헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπίκλησις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπίκλησις ἐπίκλησεως

형태분석: ἐπικλησι (어간) + ς (어미)

어원: e)pikale/w

  1. 이름, 성명
  2. 매력, 요청, 작은 반발, 사소한 탄원
  1. a surname or additional name;, by surname, by surname
  2. a name
  3. an imputation
  4. a calling upon, invocation, appeal

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διὸ καὶ πολλὰσ κατὰ μέροσ ἐπικλήσεισ ἐχόντων κοινῇ Κελτοσκύθασ τὸν στρατὸν ὠνόμαζον. (Plutarch, Caius Marius, chapter 11 5:1)

    (플루타르코스, Caius Marius, chapter 11 5:1)

  • σκόπει δ’ ὅτι τῷ θεῷ καλὰσ μὲν ἐπικλήσεισ ἀεὶ καὶ φιλανθρώπουσ, ἄγρια δ’ ἔργα καὶ βάρβαρα καὶ Γαλατικὰ προστίθησιν. (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 32 5:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 32 5:1)

  • ἐνίοισ δὲ τῶν βασιλέων καὶ σκώμματα παρέσχεν ἐπικλήσεισ, ὡσ Ἀντιγόνῳ τὸν Δώσωνα καὶ Πτολεμαίῳ τὸν Λάθυρον. (Plutarch, Lives, chapter 11 3:1)

    (플루타르코스, Lives, chapter 11 3:1)

  • ἐκεῖθεν δὲ κατάραντεσ εἰσ λιμένα βαθὺν καὶ καλὸν ἐν Ὀπικοῖσ, τελευτήσαντοσ καὶ αὐτόθι Μισηνοῦ τῶν ἐπιφανῶν τινοσ, ἀπ’ ἐκείνου τὸν λιμένα ὠνόμασαν, νήσῳ τε Προχύτῃ καὶ ἀκρωτηρίῳ Καιήτῃ τύχῃ προσορμισάμενοι κατὰ ταὐτὰ τίθενται τὰσ ἐπικλήσεισ τοῖσ τόποισ, γυναικῶν ἀποθανουσῶν βουλόμενοι μνημεῖα ποιῆσαι τὰ χωρία. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 53 4:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 53 4:1)

  • ὁ δὲ Τύλλιοσ, ἐπειδὴ τοὺσ ἑπτὰ λόφουσ ἑνὶ τείχει περιέλαβεν, εἰσ τέτταρασ μοίρασ διελὼν τὴν πόλιν καὶ θέμενοσ ἐπὶ τῶν λόφων ταῖσ μοίραισ τὰσ ἐπικλήσεισ, τῇ μὲν Παλατίνην, τῇ δὲ Σουβουράνην, τῇ δὲ τρίτῃ Κολλίνην, τῇ δὲ τετάρτῃ τῶν μοιρῶν Ἰσκυλίνην, τετράφυλον ἐποίησε τὴν πόλιν εἶναι, τρίφυλον οὖσαν τέωσ· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 4, chapter 14 1:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 4, chapter 14 1:1)

유의어

  1. a surname or additional name

  2. 이름

  3. 매력

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION