- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔνδυμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: endyma 고전 발음: [엔뒤마] 신약 발음: [앤뒤마]

기본형: ἔνδυμα ἔνδυματος

형태분석: ἐνδυματ (어간)

어원: ἐνδύω

  1. 의류, 옷
  1. a garment

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἔνδυμα

의류가

ἐνδύματε

의류들이

ἐνδύματα

의류들이

속격 ἐνδύματος

의류의

ἐνδυμάτοιν

의류들의

ἐνδυμάτων

의류들의

여격 ἐνδύματι

의류에게

ἐνδυμάτοιν

의류들에게

ἐνδύμασι(ν)

의류들에게

대격 ἔνδυμα

의류를

ἐνδύματε

의류들을

ἐνδύματα

의류들을

호격 ἔνδυμα

의류야

ἐνδύματε

의류들아

ἐνδύματα

의류들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ αὐτοὶ παρὰ τῷ λίθῳ τῷ μεγάλῳ τῷ ἐν Γαβαών, καὶ Ἀμεσσαΐ εἰσῆλθεν ἔμπροσθεν αὐτῶν. καὶ Ἰωὰβ περιεζωσμένος μανδύαν τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ καὶ ἐπ αὐτῷ ἐζωσμένος μάχαιραν ἐζευγμένην ἐπὶ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ ἐν κολεῷ αὐτῆς, καὶ ἡ μάχαιρα ἐξῆλθε καὶ ἔπεσε. (Septuagint, Liber II Samuelis 20:8)

    (70인역 성경, 사무엘기 하권 20:8)

  • ἐθεώρουν ἕως ὅτου οἱ θρόνοι ἐτέθησαν, καὶ παλαιὸς ἡμερῶν ἐκάθητο, καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών, καὶ ἡ θρὶξ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ ὡσεὶ ἔριον καθαρόν, ὁ θρόνος αὐτοῦ φλὸξ πυρός, οἱ τροχοὶ αὐτοῦ πῦρ φλέγον. (Septuagint, Prophetia Danielis 7:9)

    (70인역 성경, 다니엘서 7:9)

  • ἐργασίας γε μὴν βαναύσου καὶ ἀγοραίας ἅπτεσθαι μετὰ πολιτείαν ὅμοιόν ἐστι τῷ γυναικὸς ἐλευθέρας καὶ σώφρονος ἔνδυμα περισπάσαντα καὶ περίζωμα δόντα συνέχειν ἐπὶ καπηλείου: (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 4 4:2)

    (플루타르코스, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 4 4:2)

  • ἐλειτούργει δὲ τοὺς μηροὺς μέχρις αἰδοίου διαζώματι καλύπτων λινοῦν τε ὑποδύτην ἔνδοθεν λαμβάνων καὶ ποδήρη καθύπερθεν ὑακίνθινον, ἔνδυμα στρογγύλον θυσανωτόν: (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 263:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 263:1)

  • ἡ δὲ τὸ ἔνδυμα τῷ στέρνῳ προσηλοῦσα ταινία πέντε διηνθισμένη ζώναις πεποίκιλτο, χρυσοῦ τε καὶ πορφύρας καὶ κόκκου πρὸς δὲ βύσσου καὶ ὑακίνθου, δι ὧν ἔφαμεν καὶ τὰ τοῦ ναοῦ καταπετάσματα συνυφάνθαι. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 264:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 264:1)

  • καὶ ἐθέμην τὸ ἔνδυμά μου σάκκον, καὶ ἐγενόμην αὐτοῖς εἰς παραβολήν. (Septuagint, Liber Psalmorum 68:12)

    (70인역 성경, 시편 68:12)

유의어

  1. 의류

관련어

명사

형용사

부사

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION