헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δυστυχία

명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δυστυχία

어원: from dustuxh/s

  1. 불운, 불행, 재난
  1. misfortune; ill luck

예문

  • ὡσ γὰρ ὁ καλὸσ Εὐριπίδησ λέγειν εἰώθεν, ἀχαλίνων στομάτων καὶ ἀφροσύνησ καὶ ἀνομίασ τὸ τέλοσ δυστυχία γίγνεται. (Lucian, Pseudologista, (no name) 29:9)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 29:9)

  • ἀχαλίνων στομάτων ἀνόμου τ’ ἀφροσύνασ τὸ τέλοσ δυστυχία· (Euripides, choral, antistrophe 11)

    (에우리피데스, choral, antistrophe 11)

  • ἐκλείπω σ’ ἐπὶ δυστυχίᾳ φυγὰσ ἐκ θαλάμων. (Euripides, episode, anapests2)

    (에우리피데스, episode, anapests2)

  • λέγεται, τὰν δὲ πί‐ στιν σμικρὰν παρ’ ἔμοιγ’ ἔχει, στρέψαι θερμὰν ἀέλιον χρυσωπὸν ἕδραν ἀλλά‐ ξαντα δυστυχίᾳ βροτεί‐ ῳ θνατᾶσ ἕνεκεν δίκασ. (Euripides, choral, antistrophe 21)

    (에우리피데스, choral, antistrophe 21)

  • φησὶ γοῦν ἐκεῖνοσ αὐτόσ, ^ ἀχαλίνων στομάτων ἀνόμου τ’ ἀφροσύνασ τὸ τέλοσ δυστυχία. (Lucian, Piscator, (no name) 3:20)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 3:20)

유의어

  1. 불운

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION