δόρυ?
3군 변화 명사; 중성
자동번역
로마알파벳 전사: dory
고전 발음: [도뤼]
신약 발음: [도뤼]
기본형:
δόρυ
δόρατος
형태분석:
δορατ
(어간)
어원: in attic Poets, gen. δορός
뜻
- 나무, 줄기, 대, 그루
- 창, 극점, 포크 모양의 막대, 기둥, 폴란드인, 작은 창
- wood, tree, stem
- spear shaft, spear, lance, pole, lance
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐξῆλθε δὲ ὁ πρωτότοκος πυρράκης, ὅλος ὡσεὶ δορὰ δασύς. ἐπωνόμασε δὲ τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἡσαῦ. (Septuagint, Liber Genesis 25:25)
(70인역 성경, 창세기 25:25)
- ἐπὶ πᾶσι δὲ πῦρ ἀνακαύσας ἐπέθηκε φέρων αὐτῇ δορᾷ τὴν αἶγα καὶ αὐτοῖς ἐρίοις τὸ πρόβατον ἡ δὲ κνῖσα θεσπέσιος καὶ ἱεροπρεπὴς χωρεῖ ἄνω καὶ εἰς αὐτὸν τὸν οὐρανὸν ἠρέμα διασκίδναται. (Lucian, De sacrificiis, (no name) 13:4)
(루키아노스, De sacrificiis, (no name) 13:4)
- " τοῦτο μὲν οὖν ὡς ἦν ἄρα τοιοῦτο ἡ δορὰ ἥ τε Μαρίου στρατεία μηνύει, ἐκεῖνο μέντοι τὸ λεγόμενον ὑπὸ τοῦ ἱστοριογράφου οὔκ ἐστι πιστόν, ὡς εἰσί τινες κατὰ τὴν Λιβύην ὀπισθονόμοι καλούμενοι βόες διὰ τὸ μὴ ἔμπροσθεν αὐτοὺς πορευομένους νέμεσθαι, ἀλλ εἰς τοὐπίσω ὑποχωροῦντας τοῦτο ποιεῖν εἶναι γὰρ αὐτοῖς ἐμπόδιον πρὸς τὴν τοῦ κατὰ φύσιν νομὴν τὰ κέρατα οὐκ ἄνω ἀνακεκυφότα, καθάπερ τὰ τῶν λοιπῶν ζῴων, ἀλλὰ κάτω νενευκότα καὶ ἐπισκοτοῦντα τοῖς ὄμμασι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 6410)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 6410)
- τίς μετάστασις πόνων, οὓς πρόσθεν εἶχες δεσπότῃ χάριν φέρων, ὑμεῖν ὃς αἰεὶ νεβρίνῃ καθημμένος δορᾷ χεροῖν τε θύρσον εὐπαλῆ φέρων ὄπισθεν εὐίαζετ ἀμφὶ τὸν θεὸν σὺν ἐγγόνοις νύμφαισι καὶ π<αί>δων ὄχλῳ· (Sophocles, Ichneutae 18:3)
(소포클레스, Ichneutae 18:3)
- βραχύς, χυτρώδης, ποικίλῃ δορᾷ κατερρικνωμένος. (Sophocles, Ichneutae 25:8)
(소포클레스, Ichneutae 25:8)
유의어
-
나무
-
창
- ἔγχος (창, 머리, 장)
- πέλτη (기둥, 폴란드인, 극점)
- ἐγχείη (창, 작은 창, 미사일)
- ξυστόν (창, 작은 창, 미사일)
- κάμαξ (창, 투창)
- ῥάβδος (창, 투창)
- λόγχη (창, 투창, 긴 창)