ἔγχος?
2군 변화 명사;
자동번역
로마알파벳 전사: enchos
고전 발음: [엥코스]
신약 발음: [앵코스]
기본형:
ἔγχος
어원: Prob. akin to Root ΑΚ, in ἀκή, ἀκών.
뜻
- 창, 머리, 장, 목, 작은 창
- 검, 칼
- a spear, lance, head, shaft
- any weapon, a sword
- οἱο῀ς δ οὐ κυνέην, οὐ δήιον ἔγχος ἀείρων ἐς δόμον Ἡφαίστοιο σιδήρεος ἔρχεται Ἄρης, τοῖος ἄτερ θώρηκος, ἄτερ θηκτοῖο σιδήρου μειδιόων ἐχόρευεν. (Colluthus, Rape of Helen, book 116)
(콜루토스, Rape of Helen, book 116)
- οὐ βασιλήων κοιρανίην, οὐκ ἔγχος ἀρήιον, οὐ βέλος ἕλκω. (Colluthus, Rape of Helen, book 148)
(콜루토스, Rape of Helen, book 148)
- ἀλλὰ τί δειμαίνω περιώσιον ἀντὶ μὲν αἰχμῆς ὡς θοὸν ἔγχος ἔχουσα μελίφρονα δεσμὸν ἐρώτων· (Colluthus, Rape of Helen, book 149)
(콜루토스, Rape of Helen, book 149)
- εἵλετο δ ὄβριμον ἔγχος, ἀκαχμένον αἴθοπι χαλκῷ, κρατὶ δ ἔπ ἰφθίμῳ κυνέην ἐύτυκτον ἔθηκε, δαιδαλέην ἀδάμαντος, ἐπὶ κροτάφοις ἀραρυῖαν, ἥτ εἴρυτο κάρη Ἡρακλῆος θείοιο. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 11:7)
(헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 11:7)
- ἐν δὲ Διὸς θυγάτηρ ἀγελείη Τριτογένεια, τῇ ἰκέλη ὡς εἴ τε μάχην ἐθέλουσα κορύσσειν, ἔγχος ἔχους ἐν χερσὶν ἰδὲ χρυσέην τρυφάλειαν αἰγίδα τ ἀμφ ὤμοις: (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 20:1)
(헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 20:1)
유의어
-
창
- δόρυ (창, 극점, 포크 모양의 막대)
- ξυστόν (창, 작은 창, 미사일)
- ἐγχείη (창, 작은 창, 미사일)
- κάμαξ (창, 투창)
- ῥάβδος (창, 투창)
- λόγχη (창, 투창, 긴 창)
-
검