- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνταγωνιστής?

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: antagōnistēs 고전 발음: [안따고:니떼:] 신약 발음: [안따고니]

기본형: ἀνταγωνιστής

형태분석: ἀνταγωνιστ (어간) + ης (어미)

  1. 상대, 라이벌, 적, 경쟁자, 반대편
  1. an opponent, competitor, rival, a rival

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ γὰρ ἐκριζωτὴς τῶν παθῶν ὁ λογισμός ἐστιν, ἀλλ ἀνταγωνιστής. - (Septuagint, Liber Maccabees IV 3:5)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 3:5)

  • κἀκεῖ γὰρ ὁ μὲν ἀγαθὸς δρομεὺς τῆς ὕσπληγγος εὐθὺς καταπεσούσης μόνον τοῦ πρόσω ἐφιέμενος καὶ τὴν διάνοιαν ἀποτείνας πρὸς τὸ τέρμα κἀν τοῖς ποσὶ τὴν ἐλπίδα τῆς νίκης ἔχων τὸν πλησίον οὐδὲν κακουργεῖ οὐδέ τι τῶν ^ κατὰ τοὺς ἀγωνιστὰς πολυπραγμονεῖ, ὁ δὲ κακὸς ἐκεῖνος καὶ ἄναθλος ἀνταγωνιστὴς ἀπογνοὺς τὴν ἐκ τοῦ τάχους ἐλπίδα ἐπὶ τὴν κακοτεχνίαν ἐτράπετο, καὶ τοῦτο μόνον ἐξ ἅπαντος σκοπεῖ, ὅπως τὸν τρέχοντα ἐπισχὼν ἢ ἐμποδίσας ἐπιστομιεῖ, ὡς, εἰ τούτου διαμάρτοι, οὐκ ἄν ποτε νικῆσαι δυνάμενος. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 12:4)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 12:4)

  • πῶς οὖν οὐ χαλεπὸς τῷ λέγοντι ἀνταγωνιστὴς οἶκος οὕτω καλὸς καὶ περίβλεπτος ὤν· (Lucian, De Domo, (no name) 21:1)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 21:1)

  • καλῶς, ἔφη, ἂν ξύλινον τὸν ἀνταγωνιστὴν ἔχῃς. (Lucian, (no name) 38:2)

    (루키아노스, (no name) 38:2)

  • καὶ πόσῳ δικαιότερον ἂν ἐμέ, ὦ Ἑρμῆ, ἐπαινοῖεν, ὃς αὐτόν σοι τὸν Μίλωνα μετ ὀλίγον συλλαβὼν ἐνθήσομαι ἐς τὸ σκαφίδιον, ὁπόταν ἥκῃ πρὸς ἡμᾶς ὑπὸ τοῦ ἀμαχωτάτου τῶν ἀνταγωνιστῶν καταπαλαισθεὶς τοῦ Θανάτου, μηδὲ συνεὶς ὅπως αὐτὸν ὑποσκελίζει· (Lucian, Contemplantes, (no name) 8:5)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 8:5)

  • μάλιστα δὲ αὐτὸν ἠνίασεν ὁ ἀνταγωνιστὴς καὶ ἀντίτεχνος: (Lucian, De saltatione, (no name) 84:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 84:2)

  • "ὁ ἀνταγωνιστής, ὦ Λάκων, ἐγένετό σου κρείσσων: (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 72 1:1)

    (플루타르코스, Apophthegmata Laconica, , section 72 1:1)

관련어

명사

형용사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION