헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀλλότριος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀλλότριος ἀλλοτρίᾱ ἀλλότριον

형태분석: ἀλλοτρι (어간) + ος (어미)

어원: a)/llos

  1. 외국의, 이상한, 외계의, 낯선, 외지의
  1. of or belonging to another
  2. foreign, strange, alien, (of persons)
  3. (of things)
  4. foreign to the subject, not to the purpose

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀλλότριος

(이)가

ἀλλοτρίᾱ

(이)가

ἀλλότριον

(것)가

속격 ἀλλοτρίου

(이)의

ἀλλοτρίᾱς

(이)의

ἀλλοτρίου

(것)의

여격 ἀλλοτρίῳ

(이)에게

ἀλλοτρίᾱͅ

(이)에게

ἀλλοτρίῳ

(것)에게

대격 ἀλλότριον

(이)를

ἀλλοτρίᾱν

(이)를

ἀλλότριον

(것)를

호격 ἀλλότριε

(이)야

ἀλλοτρίᾱ

(이)야

ἀλλότριον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀλλοτρίω

(이)들이

ἀλλοτρίᾱ

(이)들이

ἀλλοτρίω

(것)들이

속/여 ἀλλοτρίοιν

(이)들의

ἀλλοτρίαιν

(이)들의

ἀλλοτρίοιν

(것)들의

복수주격 ἀλλότριοι

(이)들이

ἀλλοτρίαι

(이)들이

ἀλλότρια

(것)들이

속격 ἀλλοτρίων

(이)들의

ἀλλοτριῶν

(이)들의

ἀλλοτρίων

(것)들의

여격 ἀλλοτρίοις

(이)들에게

ἀλλοτρίαις

(이)들에게

ἀλλοτρίοις

(것)들에게

대격 ἀλλοτρίους

(이)들을

ἀλλοτρίᾱς

(이)들을

ἀλλότρια

(것)들을

호격 ἀλλότριοι

(이)들아

ἀλλοτρίαι

(이)들아

ἀλλότρια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ΚΑΙ ὁ βασιλεὺσ Σαλωμὼν ἦν φιλογύνησ. καὶ ἦσαν αὐτῷ γυναῖκεσ ἄρχουσαι ἑπτακόσιαι καὶ παλλακαὶ τριακόσιαι. καὶ ἔλαβε γυναῖκασ ἀλλοτρίασ καὶ τὴν θυγατέρα Φαραώ, Μωαβίτιδασ, Ἀμμανίτιδασ, Σύρασ καὶ Ἰδουμαίασ, Χετταίασ καὶ Ἀμορραίασ, (Septuagint, Liber I Regum 11:1)

    (70인역 성경, 열왕기 상권 11:1)

  • καὶ ἀπεκρίθη Σεχενίασ υἱὸσ Ἰεὴλ ἀπὸ υἱῶν Ἠλάμ, καὶ εἶπε τῷ Ἔσδρᾳ. ἡμεῖσ ἠσυνθετήσαμεν τῷ Θεῷ ἡμῶν καὶ ἐκαθίσαμεν γυναῖκασ ἀλλοτρίασ ἀπὸ τῶν λαῶν τῆσ γῆσ. καὶ νῦν ἐστιν ὑπομονὴ τῷ Ἰσραὴλ ἐπὶ τούτῳ. (Septuagint, Liber Esdrae II 10:2)

    (70인역 성경, Liber Esdrae II 10:2)

  • καὶ ἀνέστη Ἔσδρασ ὁ ἱερεὺσ καὶ εἶπε πρὸσ αὐτούσ. ὑμεῖσ ἠσυνθετήκατε καὶ ἐκαθίσατε γυναῖκασ ἀλλοτρίασ τοῦ προσθεῖναι ἐπὶ πλημμέλειαν Ἰσραήλ. (Septuagint, Liber Esdrae II 10:10)

    (70인역 성경, Liber Esdrae II 10:10)

  • στήτωσαν δὴ ἄρχοντεσ ἡμῶν πάσῃ τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ πάντεσ οἱ ἐν πόλεσιν ἡμῶν, ὃσ ἐκάθισε γυναῖκασ ἀλλοτρίασ, ἐλθέτωσαν εἰσ καιροὺσ ἀπὸ συνταγῶν καὶ μετ̓ αὐτῶν πρεσβύτεροι πόλεωσ καὶ πόλεωσ καὶ κριταὶ τοῦ ἀποστρέψαι ὀργὴν θυμοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐξ ἡμῶν περὶ τοῦ ρήματοσ τούτου. (Septuagint, Liber Esdrae II 10:14)

    (70인역 성경, Liber Esdrae II 10:14)

  • καὶ ἐτέλεσαν ἐν πᾶσιν ἀνδράσιν, οἳ ἐκάθισαν γυναῖκασ ἀλλοτρίασ, ἕωσ ἡμέρασ μιᾶσ τοῦ μηνὸσ τοῦ πρώτου. (Septuagint, Liber Esdrae II 10:17)

    (70인역 성경, Liber Esdrae II 10:17)

유의어

  1. of or belonging to another

  2. 외국의

  3. foreign to the subject

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION