헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Σίκελος

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Σίκελος Σικέλου

형태분석: Σικελ (어간) + ος (어미)

  1. a Sicel
  2. a non-Greek inhabitant of Sicily
  3. (post-Hellenic) a Sicilian

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Συρακόσιοι δὲ παραλαβόντεσ Μεγαρεῖσ καὶ Ἐνναίουσ, Καμαριναῖοι δὲ Σικελοὺσ καὶ τοὺσ ἄλλουσ συμμάχουσ πλὴν Γελῴων ἀθροίσαντεσ, Γελῷοι δὲ Συρακοσίοισ οὐκ ἔφασαν πολεμήσειν· (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 5 5:1)

    (디오니시오스, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 5 5:1)

  • τῇ δὲ νίκῃ περιβοήτῳ γενομένῃ χρησάμενοσ εἰσ οὐδέν, ὀλίγων ἡμερῶν διαγενομένων αὖθισ ἀνεχώρησεν εἰσ Νάξον, κἀκεῖ διεχείμασε, πολλὰ μὲν ἀναλίσκων στρατιᾷ τοσαύτῃ, πράττων δὲ μικρὰ πρὸσ Σικελούσ τινασ ἀφισταμένουσ πρὸσ αὐτόν, ὥστε τοὺσ Συρακουσίουσ αὖθισ ἀναθαρρήσαντασ ἐξελάσαι πρὸσ Κατάνην καὶ τήν τε χώραν τεμεῖν καὶ τὸ στρατόπεδον κατακαῦσαι τῶν Ἀθηναίων. (Plutarch, , chapter 16 7:1)

    (플루타르코스, , chapter 16 7:1)

  • τινὲσ ἀνθούντων ἀνδράσι τῶν χωρίων κτείνειν γὰρ οὐδένα τῶν ἐκγόνων ἠξίουν, ἄγουσ οὐδενὸσ ἔλαττον τοῦτο τιθέμενοἰ, θεῶν ὅτῳ δὴ καθιερώσαντεσ ἐνιαυσίουσ γονὰσ ἀνδρωθέντασ ἀποικίζουσι τοὺσ παῖδασ ἐκ τῆσ σφετέρασ, οἳ τοὺσ Σικελοὺσ ἄγοντέσ τε καὶ φέροντεσ διετέλουν, ἐπειδὴ τὴν ἑαυτῶν ἐξέλιπον. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 16 6:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 16 6:1)

  • ἔπειτα Πελασγῶν τινεσ τῶν οἰκούντων ἐν τῇ καλουμένῃ νῦν Θετταλίᾳ τὴν ἑαυτῶν ἀναγκασθέντεσ ἐκλιπεῖν σύνοικοι γίνονται τοῖσ Ἀβοριγῖσι καὶ κοινῇ μετ’ ἐκείνων ἐπολέμουν πρὸσ τοὺσ Σικελούσ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 17 1:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 17 1:1)

  • τοῖσ δὲ Ἀβοριγῖσι ταῦτα πυθομένοισ ἐδόκει πείθεσθαι τῷ θεοπροπίῳ καὶ λαβεῖν συμμαχίαν Ἑλληνικὴν κατὰ τῶν διαφόρων σφίσι βαρβάρων, πονουμένοισ τῷ πρὸσ τοὺσ Σικελοὺσ πολέμῳ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 20 3:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 20 3:1)

유의어

  1. a non-Greek inhabitant of Sicily

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION