헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Ἑλληνικός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Ἑλληνικός Ἑλληνική Ἑλληνικόν

형태분석: Ἑλληνικ (어간) + ος (어미)

어원: E(/llhn

  1. 그리스인, 그리스의, 그리스어의
  1. Hellenic, Greek
  2. like the Greeks

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 Ἑλληνικός

그리스인 (이)가

Ἑλληνική

그리스인 (이)가

Ἑλληνικόν

그리스인 (것)가

속격 Ἑλληνικοῦ

그리스인 (이)의

Ἑλληνικῆς

그리스인 (이)의

Ἑλληνικοῦ

그리스인 (것)의

여격 Ἑλληνικῷ

그리스인 (이)에게

Ἑλληνικῇ

그리스인 (이)에게

Ἑλληνικῷ

그리스인 (것)에게

대격 Ἑλληνικόν

그리스인 (이)를

Ἑλληνικήν

그리스인 (이)를

Ἑλληνικόν

그리스인 (것)를

호격 Ἑλληνικέ

그리스인 (이)야

Ἑλληνική

그리스인 (이)야

Ἑλληνικόν

그리스인 (것)야

쌍수주/대/호 Ἑλληνικώ

그리스인 (이)들이

Ἑλληνικᾱ́

그리스인 (이)들이

Ἑλληνικώ

그리스인 (것)들이

속/여 Ἑλληνικοῖν

그리스인 (이)들의

Ἑλληνικαῖν

그리스인 (이)들의

Ἑλληνικοῖν

그리스인 (것)들의

복수주격 Ἑλληνικοί

그리스인 (이)들이

Ἑλληνικαί

그리스인 (이)들이

Ἑλληνικά

그리스인 (것)들이

속격 Ἑλληνικῶν

그리스인 (이)들의

Ἑλληνικῶν

그리스인 (이)들의

Ἑλληνικῶν

그리스인 (것)들의

여격 Ἑλληνικοῖς

그리스인 (이)들에게

Ἑλληνικαῖς

그리스인 (이)들에게

Ἑλληνικοῖς

그리스인 (것)들에게

대격 Ἑλληνικούς

그리스인 (이)들을

Ἑλληνικᾱ́ς

그리스인 (이)들을

Ἑλληνικά

그리스인 (것)들을

호격 Ἑλληνικοί

그리스인 (이)들아

Ἑλληνικαί

그리스인 (이)들아

Ἑλληνικά

그리스인 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ μεταλαβόντεσ ἑλληνικοῦ βίου καὶ μεταδιαιτηθέντεσ ἐντρυφήσατε ταῖσ νεότησιν ὑμῶν. (Septuagint, Liber Maccabees IV 8:8)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 8:8)

  • νὴ Δί’, οὐ γὰρ ἦν τῶν Ἑλλήνων ἴδιον, ἀλλά ποθεν ἐπεισκωμάσαν αὐτοῖσ ἀπὸ τῆσ πρὸσ Κελτοὺσ ἢ Θρᾷκασ ἢ Σκύθασ ἐπιμιξίασ, σὺ δὲ ‐ ἅπαντα γὰρ οἶσθα τὰ τῶν Ἀθηναίων ‐ ἐξέκλεισασ τοῦτο εὐθὺσ καὶ ἐξεκήρυξασ τοῦ Ἑλληνικοῦ, καὶ ὁ γέλωσ ἐπὶ τούτῳ, ὅτι βαρβαρίζω καὶ ξενίζω καὶ ὑπερβαίνω τοὺσ ὁρ́ουσ τοὺσ Ἀττικούσ. (Lucian, Pseudologista, (no name) 8:2)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 8:2)

  • ὁ γὰρ σατράπησ μέγιστοσ ὤν, ὁπλομάχων ἄριστοσ δοκῶν εἶναι, καταφρονήσασ τοῦ Ἑλληνικοῦ, προπηδήσασ ἐσ τὸ μέσον προὐκαλεῖτο εἴ τισ ἐθέλοι αὐτῷ μονομαχῆσαι. (Lucian, Dialogi meretricii, 2:3)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 2:3)

  • ὁ γὰρ Ἑλληνικοῦ χάριν γυναίου τὸν ἄψευστον ἐν Πέρσαισ ψευσάμενοσ νόμον οὐ δή που πιστόσ ἐστι τὰσ περὶ τῶν μεγίστων ὁμολογίασ ἐμπεδώσειν. (Plutarch, Artaxerxes, chapter 28 2:1)

    (플루타르코스, Artaxerxes, chapter 28 2:1)

  • ἐκεῖ δὲ καὶ Παυσανίασ ὁ τοῦ σύμπαντοσ ἡγούμενοσ Ἑλληνικοῦ συνέμιξεν ἔχων τοὺσ Σπαρτιάτασ, καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων ἐπέρρει τὸ πλῆθοσ. (Plutarch, , chapter 11 1:2)

    (플루타르코스, , chapter 11 1:2)

유의어

  1. 그리스인

  2. like the Greeks

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION