헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀδύνατος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀδύνατος ἀδύνατος ἀδύνατον

형태분석: ἀ (접두사) + δυνατ (어간) + ος (어미)

  1. 약한, 무른, 허약한, 헤픈
  1. (of persons) unable
  2. (absolute) without strength, powerless, weak

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἀδύνατος

(이)가

ἀδύνατον

(것)가

속격 ἀδυνάτου

(이)의

ἀδυνάτου

(것)의

여격 ἀδυνάτῳ

(이)에게

ἀδυνάτῳ

(것)에게

대격 ἀδύνατον

(이)를

ἀδύνατον

(것)를

호격 ἀδύνατε

(이)야

ἀδύνατον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀδυνάτω

(이)들이

ἀδυνάτω

(것)들이

속/여 ἀδυνάτοιν

(이)들의

ἀδυνάτοιν

(것)들의

복수주격 ἀδύνατοι

(이)들이

ἀδύνατα

(것)들이

속격 ἀδυνάτων

(이)들의

ἀδυνάτων

(것)들의

여격 ἀδυνάτοις

(이)들에게

ἀδυνάτοις

(것)들에게

대격 ἀδυνάτους

(이)들을

ἀδύνατα

(것)들을

호격 ἀδύνατοι

(이)들아

ἀδύνατα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἑώρα γὰρ ἄνευ βασιλικῆσ προνοίασ ἀδύνατον εἶναι τυχεῖν εἰρήνησ ἔτι τὰ πράγματα καὶ τὸν Σίμωνα παῦλαν οὐ ληψόμενον τῆσ ἀνοίασ. (Septuagint, Liber Maccabees II 4:6)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 4:6)

  • ἄχρι γὰρ Ἰούδασ περίεστιν, ἀδύνατον εἰρήνησ τυχεῖν τὰ πράγματα. (Septuagint, Liber Maccabees II 14:10)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 14:10)

  • καίπερ ὄντων κατὰ τὴν χώραν ἔτι τῶν πλειόνων, τῶν μὲν κατὰ τὰσ οἰκίασ ἔτι συνεστηκότων, τῶν δὲ καὶ κατὰ τόπον, ὡσ ἀδυνάτου καθεστῶτοσ πᾶσι τοῖσ ἐπ’ Αἴγυπτον στρατηγοῖσ. (Septuagint, Liber Maccabees III 4:18)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 4:18)

  • ἀπόλοιντο δὲ ἐν πολέμῳ, ἀδύνατοσ δὲ ἐξέλθοι ἐκ χειρὸσ δυνάστου. (Septuagint, Liber Iob 5:15)

    (70인역 성경, 욥기 5:15)

  • εἴη δὲ ἀδυνάτῳ ἐλπίσ, ἀδίκου δὲ στόμα ἐμφραχθείη. (Septuagint, Liber Iob 5:16)

    (70인역 성경, 욥기 5:16)

  • συγκόψατε τὰ ἄροτρα ὑμῶν εἰσ ρομφαίασ καὶ τὰ δρέπανα ὑμῶν εἰσ σειρομάστασ. ὁ ἀδύνατοσ λεγέτω ὅτι ἰσχύω ἐγώ. (Septuagint, Prophetia Ioel 4:10)

    (70인역 성경, 요엘서 4:10)

  • τὸ πῦρ σου ψυχρὸν ἡμῖν, καὶ ἄπονοι οἱ καταπέλται, καὶ ἀδύνατοσ ἡ βία σου. (Septuagint, Liber Maccabees IV 11:26)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 11:26)

  • νομίζομεν, ὦ ἄνδρεσ διά τε τὸν χαρακτῆρα ὑδαρὴσ γὰρ καὶ κεχυμένοσ καὶ ψυχρόσ καὶ ὅτι ὁ λέγων αὐτούσ, ὢν οὔτε ἄδοξοσ καὶ μετὰ Λυκοῦργον τὴν διοίκησιν τῶν δημοσίων χρημάτων παραλαβών, ἐξητασμένοσ δὲ πολλάκισ αὐτόσ, ὡσ ἐν τοῖσ λόγοισ περὶ ἁπάντων μηνύει, καὶ ἐν ἰδίοισ καὶ ἐν δημοσίοισ ἀγῶσιν οὐκ ἂν ἦν ἀδύνατοσ, ὥστε Δεινάρχῳ λογογράφῳ· (Dionysius of Halicarnassus, De Dinarcho, chapter 11 6:3)

    (디오니시오스, De Dinarcho, chapter 11 6:3)

  • ἔφη " τοῦ ἐμοῦ παιδόσ, ἐπειδὴ πείθειν ἀδύνατοσ ἦν, ἐπεχείρει βιάσασθαι καὶ ἀπάγειν αὐτὸν τῆσ παλαίστρασ· (Plutarch, Amatoriae narrationes, chapter 3 11:1)

    (플루타르코스, Amatoriae narrationes, chapter 3 11:1)

유의어

  1. unable

  2. 약한

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION