- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὕψος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: hypsos 고전 발음: [휩소] 신약 발음: [윕소]

기본형: ὕψος ὕψεος

형태분석: ὑψο (어간) + ς (어미)

어원: ὕψι

  1. 높이, 고도
  2. 꼭대기, 정상, 봉우리
  3. 자부심, 거만
  1. height
  2. the top, summit
  3. high position: grandeur
  4. pride

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὕψος

높이가

ὕψει

높이들이

ὕψη

높이들이

속격 ὕψους

높이의

ὕψοιν

높이들의

ὑψέων

높이들의

여격 ὕψει

높이에게

ὕψοιν

높이들에게

ὕψεσι(ν)

높이들에게

대격 ὕψος

높이를

ὕψει

높이들을

ὕψη

높이들을

호격 ὕψος

높이야

ὕψει

높이들아

ὕψη

높이들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ἡ δὲ σελήνη πολλὰς ἀνωμαλίας ἔχει καὶ τραχύτητας, ὥστε τὰς αὐγὰς ἀπὸ σώματος μεγάλου προσφερομένας ὕψεσιν ἀξιολόγοις, ἀντιλάμψεις καὶ διαδόσεις ἀπ ἀλλήλων λαμβάνουσιν, ἀνακλᾶσθαί τε παντοδαπῶς καὶ περιπλέκεσθαι καὶ συνάπτειν αὐτὴν ἑαυτῇ τὴν, ἀνταύγειαν, οἱο῀ν ἀπὸ πολλῶν φερομένην πρὸς ἡμᾶς κατόπτρων. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 17 4:12)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 17 4:12)

  • ἑξῆς δ ἐστὶ κόλπος κυκλοτερὴς μεγάλοις ἀκρωτηρίοις περιεχόμενος, οὗ κατὰ μέσην τὴν διάμετρον ἀνέστηκε λόφος τραπεζοειδής, ἐφ οὗ τρεῖς ναοὶ θαυμαστοὶ τοῖς ὕψεσιν ᾠκοδόμηνται θεῶν, ἀγνοουμένων μὲν ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων, τιμωμένων δ ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων διαφερόντως. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 45 2:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 45 2:1)

  • Τῶν ἴσων στερεῶν παραλληλεπιπέδων ἀντιπεπόνθασιν αἱ βάσεις τοῖς ὕψεσιν: (Euclid, Elements, book 11, type Prop619)

    (유클리드, Elements, book 11, type Prop619)

  • καὶ ὧν στερεῶν παραλληλεπιπέδων ἀντιπεπόνθασιν αἱ βάσεις τοῖς ὕψεσιν, ἴσα ἐστὶν ἐκεῖνα. (Euclid, Elements, book 11, type Prop620)

    (유클리드, Elements, book 11, type Prop620)

  • λέγω, ὅτι τῶν ΑΒ, ΓΔ στερεῶν παραλληλεπιπέδων ἀντιπεπόνθασιν αἱ βάσεις τοῖς ὕψεσιν, καί ἐστιν ὡς ἡ ΕΘ βάσις πρὸς τὴν ΝΠ βάσιν, οὕτως τὸ τοῦ ΓΔ στερεοῦ ὕψος πρὸς τὸ τοῦ ΑΒ στερεοῦ ὕψος. (Euclid, Elements, book 11, type Prop622)

    (유클리드, Elements, book 11, type Prop622)

유의어

  1. 높이

  2. 꼭대기

  3. 자부심

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION