ὑποπτεύω
비축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ὑποπτεύω
ὑποπτεύσω
형태분석:
ὑπ
(접두사)
+
ὀπτεύ
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- 가정하다, 짐작하다, 추측하다, 헤아리다
- 의심하다, 가정하다, 불신하다, 혐의를 두다, 수상히 여기다, 신용하지 않다
- 의심하다, 가정하다
- 의심하다, 가정하다, 불신하다
- to be suspicious, to have suspicions
- to suspect, guess, suppose
- to suspect, hold in suspicion, to be suspected, mistrusted, was generally suspected
- to suspect that
- to look suspiciously on, to suspect
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ πολλῶν μετατιθεμένων τε καὶ αὐτομολούντων ἢ ἀποδιδρασκόντων οὐδὲ τὸ λοιπὸν ἦν ἔτι τῷ Ἀννίβᾳ πιστόν, ὑποπτευόμενόν τε ὑπ’ ἐκείνου καὶ ὑποπτεύοντεσ αὐτόν. (Appian, The Foreign Wars, chapter 5 4:2)
(아피아노스, The Foreign Wars, chapter 5 4:2)
- ] Οὐκ ἦν τὸ φοβούμενον λύειν ὑπὲρ τῶν κυριωτάτων μὴ κατειδότα τίσ ἡ τοῦ σύμπαντοσ φύσισ, ἀλλ’ ὑποπτευόμενόν τι τῶν κατὰ τοὺσ μύθουσ· (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 143:2)
(디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 143:2)
- εἶθ’ ὃν δεδοίκαμεν ἐκ τῶν ἐχθρῶν ὑποπτευόμενον ἑαυτοῖσ βέβαιον ἐπιστήσομεν; (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 441:2)
(플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 441:2)
- εὐθὺσ οὖν ὁ μὲν Ἀριστείδησ συνεβούλευε τοῖσ συμμάχοισ ἅπασι κοινὴν ἄγουσι σύνοδον ἀποδεῖξαι τὴν Δῆλον κοινὸν ταμιεῖον, καὶ τὰ χρήματα πάντα τὰ συναγόμενα εἰσ ταύτην κατατίθεσθαι, πρὸσ δὲ τὸν ἀπὸ τῶν Περσῶν ὑποπτευόμενον πόλεμον τάξαι φόρον ταῖσ πόλεσι πάσαισ κατὰ δύναμιν, ὥστε γίνεσθαι τὸ πᾶν ἄθροισμα ταλάντων πεντακοσίων καὶ ἑξήκοντα. (Diodorus Siculus, Library, book xi, chapter 46 9:1)
(디오도로스 시켈로스, Library, book xi, chapter 46 9:1)
유의어
-
가정하다
-
의심하다
-
의심하다
- παραβλέπω (to look aside, take a side look, to look suspiciously)