- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συμπότης?

1군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: sympotēs 고전 발음: [쉼뽀떼:] 신약 발음: [쉼뽀떼]

기본형: συμπότης συμπότου

형태분석: συμποτ (어간) + ης (어미)

어원: συμπίνω

  1. fellow-drinker, boon-companion

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Διακομισθεὶς δὲ εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ τὰ τῆς κακίας ἐπαύξων, διὰ δὲ τῶν προαποδεδειγμένων συμποτῶν καὶ ἑταίρων τοῦ παντὸς δικαίου κεχωρισμένων, (Septuagint, Liber Maccabees III 2:25)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 2:25)

  • ἀλλὰ θαρρῶν ἐπαγγέλλομαι αὐτοῖς, ὅτι ἢν καὶ νῦν ὡς πρότερόν ποτε τὴν τελετὴν ἐθελήσωσιν ἐπιδεῖν πολλάκις καὶ ἀναμνησθῶσιν οἱ παλαιοὶ συμπόται κώμων κοινῶν τῶν τότε καιρῶν καὶ μὴ καταφρονήσωσιν τῶν Σατύρων καὶ Σιληνῶν, πίωσι δὲ ἐς κόρον τοῦ κρατῆρος τούτου, ἔτι βακχεύσειν καὶ αὐτοὺς καὶ πολλάκις μεθ ἡμῶν ἐρεῖν τὸ εὐοῖ. (Lucian, (no name) 5:4)

    (루키아노스, (no name) 5:4)

  • οὗτος μέν γε - λέγω δὲ ἰδών - ξηράνας τὸν νεκρὸν σύνδειπνον καὶ συμπότην ἐποιήσατο. (Lucian, (no name) 19:3)

    (루키아노스, (no name) 19:3)

  • καίτοι οὐδέπω ἐκεῖνο ἔφην ὅτι τῶν ἄλλων ἥδιστόν τε καὶ παλαιότατον οἶνον πινόντων μόνος σὺ πονηρόν τινα καὶ παχὺν πίνεις, θεραπεύων ἀεὶ ἐν ἀργύρῳ ἢ χρυσῷ πίνειν, ὡς μὴ ἐλεγχθείης ἀπὸ τοῦ χρώματος οὕτως ἄτιμος ὢν συμπότης. (Lucian, De mercede, (no name) 26:9)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 26:9)

  • Παρὰ πολύ, ὦ θαυμασιώτατε βασιλέων, ἐπιπονώτερα καὶ βιαιότερα τῶν Ἀδειμάντου, παῤ ὅσον ἐκεῖνος μὲν ἐτρύφα διτάλαντα χρύσεα ἐκπώματα προτεινόμενος τοῖς συμπόταις, σὺ δὲ καὶ ἐτιτρώσκου μονομαχῶν καὶ ἐδεδίεις καὶ ἐφρόντιζες νύκτωρ καὶ μεθ᾿ ἡμέραν: (Lucian, 66:5)

    (루키아노스, 66:5)

  • νῦν Γναθωνίδης φίλος καὶ συμπότης· (Lucian, Timon, (no name) 47:3)

    (루키아노스, Timon, (no name) 47:3)

  • καὶ δημόκοινος ἐπεχόρευσε δαψιλὴς θέρμος, πενήτων καὶ τρικλίνου συμπότης. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 45 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 45 1:2)

  • ὅ τ ἀλιτήριος καὶ δημόκοινος ἐπεχόρευε δαψιλὴς θέρμος, πενήτων καὶ τρικλίνου συμπότης. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 15 3:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 15 3:5)

  • συμπότης γάρ τις ἰδὼν αὐτοῦ τὴν γυναῖκα ἐν τῷ συμποσίῳ ἔφη: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 64 4:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 64 4:1)

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION