헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στρατιώτης

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στρατιώτης στρατιώτου

형태분석: στρατιωτ (어간) + ης (어미)

어원: stratia/

  1. 군인, 병사, 전사
  2. 용병, 고용인
  1. soldier, warrior
  2. mercenary

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 στρατιώτης

군인이

στρατιώτᾱ

군인들이

στρατιῶται

군인들이

속격 στρατιώτου

군인의

στρατιώταιν

군인들의

στρατιωτῶν

군인들의

여격 στρατιώτῃ

군인에게

στρατιώταιν

군인들에게

στρατιώταις

군인들에게

대격 στρατιώτην

군인을

στρατιώτᾱ

군인들을

στρατιώτᾱς

군인들을

호격 στρατιῶτα

군인아

στρατιώτᾱ

군인들아

στρατιῶται

군인들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ γὰρ δι’ ὅλησ ἡμέρασ προσβαλὼν τοῖσ ἀλλοφύλοισ ὁ Δαυὶδ πολλοὺσ αὐτῶν ἀπέκτεινε μετὰ τῶν τοῦ ἔθνουσ στρατιωτῶν, (Septuagint, Liber Maccabees IV 3:7)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 3:7)

  • μετὰ Πυθόδοτον ἔστι Σωσιγένησ, ἐφ’ οὗ τὴν ἐνάτην διελήλυθεν κατὰ Φιλίππου δημηγορίαν περὶ τῶν ἐν Χερρονήσῳ στρατιωτῶν, ἵνα μὴ διαλυθῇ τὸ μετὰ Διοπείθουσ ξενικόν, ἀρχὴν ἔχουσαν ταύτην· (Dionysius of Halicarnassus, Ad Ammaeum, chapter 10 2:9)

    (디오니시오스, Ad Ammaeum, chapter 10 2:9)

  • τάχα δ̓ ἄν τινα ἐκπλήξειε τῆσ κατ̓ ὀρθὸν λογισμὸν καὶ στρατιωτῶν πλῆθοσ, ὧν οἱ μὲν προωθοῦντεσ, οἱ δὲ ἐν τῇ τάξει τῆσ προσαγορεύσεωσ μὴ μένοντεσ. (Lucian, Pro lapsu inter salutandum 29:2)

    (루키아노스, Pro lapsu inter salutandum 29:2)

  • τῶν δὲ στρατιωτῶν εἴ τισ τελευτήσειε, διαπύλιον ἀπῄτει δραχμὴν τοῦ σώματοσ· (Aristotle, Economics, Book 2 51:1)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 51:1)

  • ἀγανακτούντων δὲ τῶν στρατιωτῶν ἔφη αὐτοῖσ τοὺσ ἐμπόρουσ τε καὶ ἀγοραίουσ ἅπαντα ὡσαύτωσ πωλήσειν. (Aristotle, Economics, Book 2 84:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 84:2)

유의어

  1. 군인

  2. 용병

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION