헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στρατιώτης

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στρατιώτης στρατιώτου

형태분석: στρατιωτ (어간) + ης (어미)

어원: stratia/

  1. 군인, 병사, 전사
  2. 용병, 고용인
  1. soldier, warrior
  2. mercenary

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 στρατιώτης

군인이

στρατιώτᾱ

군인들이

στρατιῶται

군인들이

속격 στρατιώτου

군인의

στρατιώταιν

군인들의

στρατιωτῶν

군인들의

여격 στρατιώτῃ

군인에게

στρατιώταιν

군인들에게

στρατιώταις

군인들에게

대격 στρατιώτην

군인을

στρατιώτᾱ

군인들을

στρατιώτᾱς

군인들을

호격 στρατιῶτα

군인아

στρατιώτᾱ

군인들아

στρατιῶται

군인들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φήσαι τισ ἄν, οὐκ ἀκούομεν ἐν κωμῳδίᾳ στρατιώτου λέγοντοσ λευκή με θρὶξ ἀπόμισθον ἐντεῦθεν ποιεῖ; (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 102)

    (플루타르코스, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 102)

  • δείσαντοσ δὲ τοῦ κελευσθέντοσ εἰσ τοσοῦτο πλῆθοσ προελθεῖν μόνου, τὴν δειλίαν τοῦ στρατιώτου μὴ βουληθεὶσ κατάδηλον γενέσθαι τοῖσ Τιβεριεῦσιν, αὐτὸν Κλεῖτον φωνήσασ "ἐπειδὴ καὶ ἄξιοσ, εἶπον, ὑπάρχεισ ἀμφοτέρασ τὰσ χεῖρασ ἀποβαλεῖν οὕτωσ ἀχάριστοσ εἰσ ἐμὲ γενόμενοσ, γενοῦ σαυτοῦ δημόσιοσ, μὴ καὶ ἀπειθήσασ χείρονα τιμωρίαν ὑπόσχῃσ. (Flavius Josephus, 206:1)

    (플라비우스 요세푸스, 206:1)

  • " οἱ μὲν οὖν κατακείμενοι τὴν τοῦ στρατιώτου τόλμαν ἐθαύμασαν, ἐγὼ δὲ καθέζεσθαι παρεκάλουν καὶ συνδειπνεῖν ἡμῖν. (Flavius Josephus, 266:1)

    (플라비우스 요세푸스, 266:1)

  • ποιεῖ δέ τινα ἀναπυνθανόμενον στρατιώτου τάδε· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 71 1:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 71 1:3)

  • "ἀναγωγότερον οὖν τοῦ στρατιώτου λάκκον αὐτὴν εἰπόντοσ ’ πῶσ; (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 48 2:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 48 2:3)

유의어

  1. 군인

  2. 용병

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION