σπένδω
Non-contract Verb;
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
σπένδω
Structure:
σπένδ
(Stem)
+
ω
(Ending)
Sense
- to pour or make a drink-offering, to pour, to pour a libation, to make a drink-offering with, I am offered (as a drink-offering
- to pour
- to pour libations one with another, to make a treaty, make peace, to make peace with, to give, pledges, having concluded, peace, to make up, to make a truce, to be concluded
Conjugation
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- "αὑτοῦ καὶ περιφανέστατοσ ἐξανέστηκεν, ἔχων ἑαυτῷ σύμμετρα πλάτη καὶ ὕψη καὶ μέλη καὶ ἄρθρα καὶ διαστήματα μορφοειδῆ , δύναται κατεργασθεὶσ καὶ σχηματισθεὶσ εἰκὼν Ἀλεξάνδρου καλεῖσθαι καὶ εἶναι, ταῖσ μὲν βάσεσιν ἁπτομένου τῆσ θαλάσσησ, τῶν δὲ χειρῶν τῇ μὲν ἐναγκαλιζομένου καὶ φέροντοσ πόλιν ἐνοικουμένην μυρίανδρον, τῇ δὲ δεξιᾷ ποταμὸν ἀέναον ἐκ φιάλησ σπένδοντοσ εἰσ τὴν θάλασσαν ἐκχεόμενον. (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 2 16:3)
- "ὁ γάρ Θρᾴκιοσ Ἄθωσ, ᾗ μέγιστοσ αὑτοῦ καὶ περιφανέστατοσ ἐξανέστηκεν ἔχων ἑαυτῷ σύμμετρα πλάτη καὶ ὕψη καὶ μέλη καὶ ἄρθρα καὶ διαστήματα μορφοειδῆ, δύναται κατεργασθεὶσ καὶ σχηματισθεὶσ εἰκὼν Ἀλεξάνδρου καλεῖσθαι καὶ εἶναι, ταῖσ μὲν βάσεσιν ἁπτομένου τῆσ θαλάττησ, τῶν δὲ χειρῶν τῇ μὲν ἐναγκαλιζομένου καὶ φέροντοσ πόλιν ἐνοικουμένην μυρίανδρον, τῇ δὲ δεξιᾷ ποταμὸν ἀέναον ἐκ φιάλησ σπένδοντοσ εἰσ τὴν θάλατταν ἐκχεόμενον. (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 2 5:4)
- διὸ καί φασιν ὕστερον ἐν τῇ Θηβαίων εἰσ τὴν Λακωνικὴν στρατείᾳ τοὺσ ἁλισκομένουσ εἵλωτασ κελευομένουσ ᾄδειν τὰ Τερπάνδρου καὶ Ἀλκμᾶνοσ καὶ Σπένδοντοσ τοῦ Λάκωνοσ παραιτεῖσθαι, φάσκοντασ οὐκ ἐθέλειν τοὺσ δεσποσύνουσ. (Plutarch, Lycurgus, chapter 28 5:1)
Synonyms
-
to pour or make a drink-offering
-
to pour
Derived
- ἀποσπένδω (to pour out wine)
- ἐκσπένδω (to pour out as a libation)
- ἐπισπένδω (to pour upon or over, to make a libation, to make a fresh treaty)
- κατασπένδω (to pour as a drink-offering, to pour drink-offerings, to honour with offerings)
- συσπένδω (to join in making a libation)