Ancient Greek-English Dictionary Language

προστυγχάνω

Non-contract Verb; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: προστυγχάνω προστεύξομαι

Structure: προς (Prefix) + τυγχάν (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to obtain one's share of, to meet with, hit upon, light upon, the first person one meets, the first that offers, any body, guests' fare

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular προστυγχάνω προστυγχάνεις προστυγχάνει
Dual προστυγχάνετον προστυγχάνετον
Plural προστυγχάνομεν προστυγχάνετε προστυγχάνουσιν*
SubjunctiveSingular προστυγχάνω προστυγχάνῃς προστυγχάνῃ
Dual προστυγχάνητον προστυγχάνητον
Plural προστυγχάνωμεν προστυγχάνητε προστυγχάνωσιν*
OptativeSingular προστυγχάνοιμι προστυγχάνοις προστυγχάνοι
Dual προστυγχάνοιτον προστυγχανοίτην
Plural προστυγχάνοιμεν προστυγχάνοιτε προστυγχάνοιεν
ImperativeSingular προστύγχανε προστυγχανέτω
Dual προστυγχάνετον προστυγχανέτων
Plural προστυγχάνετε προστυγχανόντων, προστυγχανέτωσαν
Infinitive προστυγχάνειν
Participle MasculineFeminineNeuter
προστυγχανων προστυγχανοντος προστυγχανουσα προστυγχανουσης προστυγχανον προστυγχανοντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular προστυγχάνομαι προστυγχάνει, προστυγχάνῃ προστυγχάνεται
Dual προστυγχάνεσθον προστυγχάνεσθον
Plural προστυγχανόμεθα προστυγχάνεσθε προστυγχάνονται
SubjunctiveSingular προστυγχάνωμαι προστυγχάνῃ προστυγχάνηται
Dual προστυγχάνησθον προστυγχάνησθον
Plural προστυγχανώμεθα προστυγχάνησθε προστυγχάνωνται
OptativeSingular προστυγχανοίμην προστυγχάνοιο προστυγχάνοιτο
Dual προστυγχάνοισθον προστυγχανοίσθην
Plural προστυγχανοίμεθα προστυγχάνοισθε προστυγχάνοιντο
ImperativeSingular προστυγχάνου προστυγχανέσθω
Dual προστυγχάνεσθον προστυγχανέσθων
Plural προστυγχάνεσθε προστυγχανέσθων, προστυγχανέσθωσαν
Infinitive προστυγχάνεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
προστυγχανομενος προστυγχανομενου προστυγχανομενη προστυγχανομενης προστυγχανομενον προστυγχανομενου

Future tense

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ἀλλὰ γάρ, ὦ φίλε, λεπτουργεῖν οὐκ ἀσφαλέσ, διὰ μέσων δὲ ἀσφαλέστερον ἰέναι τέμνοντασ, καὶ μᾶλλον ἰδέαισ ἄν τισ προστυγχάνοι. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 32:3)

Related

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION