προεῖπον?
동사;
로마알파벳 전사: proeipon
고전 발음: [쁘로에이뽄]
신약 발음: [쁘로이뽄]
기본형:
προεῖπον
형태분석:
어원: aor2 with no pres. in use, πρόφημι, προαγορεύω being used instead
뜻
- to tell or state before, to premise
- to proclaim or declare publicly, to make proclamation
- to order or command before
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- τούτου δὲ ἕνεκα ταῦτα προεῖπον, ὅτι περὶ τῶν λοιπῶν οὐδὲν ὑποστειλάμενος ἀλλὰ παντάπασιν ἀνειμένως μέλλω τοὺς λόγους ποιεῖσθαι πρὸς ὑμᾶς. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 172)
(디오니시오스, De Isocrate, chapter 172)
- Οὐ τοίνυν ἀπόχρη τὸ κάλλος, εἰ μὴ κεκόσμηται τοῖς δικαίοις κοσμήμασι, λέγω δὴ οὐκ ἐσθῆτι ἁλουργεῖ καὶ ὁρ´μοις, ἀλλ οἷς προεῖπον ἐκείνοις, ἀρετῇ καὶ σωφροσύνῃ καὶ ἐπιεικείᾳ καὶ φιλανθρωπίᾳ καὶ τοῖς ἄλλοις ὁπόσα ταύτης ὁρ´ος ἐστίν. (Lucian, Imagines, (no name) 11:12)
(루키아노스, Imagines, (no name) 11:12)
- ὡς γὰρ ἂν δύο κάκιστοι καὶ μεγαλότολμοι καὶ πρὸς τὸ κακουργεῖν προχειρότατοι εἰς τὸ αὐτὸ συνελθόντες, ῥᾳδίως κατενόησαν τὸν τῶν ἀνθρώπων βίον ὑπὸ δυοῖν τούτοιν μεγίστοιν τυραννούμενον, ἐλπίδος καὶ φόβου, καὶ ὅτι ὁ τούτων ἑκατέρῳ εἰς δέον χρήσασθαι δυνάμενος τάχιστα πλουτήσειεν ἂν ἀμφοτέροις γάρ, τῷ τε δεδιότι καὶ τῷ ἐλπίζοντι, ἑώρων τὴν πρόγνωσιν ἀναγκαιοτάτην τε καὶ ποθεινοτάτην οὖσαν, καὶ Δελφοὺς οὕτω πάλαι πλουτῆσαι καὶ ἀοιδίμους γενέσθαι καὶ Δῆλον καὶ Κλάρον καὶ Βραγχίδας, τῶν ἀνθρώπων ἀεὶ δι οὓς προεῖπον τυράννους, τὴν ἐλπίδα καὶ τὸν φόβον, φοιτώντων εἰς τὰ ἱερὰ καὶ προμαθεῖν τὰ μέλλοντα δεομένων, καὶ δι αὐτὸ ἑκατόμβας θυόντων καὶ χρυσᾶς πλίνθους ἀνατιθέντων. (Lucian, Alexander, (no name) 8:1)
(루키아노스, Alexander, (no name) 8:1)
- πολλάκις μὲν οὖν, ὡς προεῖπον, ἔδειξε τὸν δράκοντα τοῖς δεομένοις, οὐχ ὅλον, ἀλλὰ τὴν οὐρὰν μάλιστα καὶ τὸ ἄλλο σῶμα προβεβληκώς, τὴν κεφαλὴν δὲ ὑπὸ κόλπου ἀθέατον φυλάττων. (Lucian, Alexander, (no name) 26:1)
(루키아노스, Alexander, (no name) 26:1)
- πάνυ γὰρ ἐδεδίει τὸν Ἐπίκουρον, ὡς προεῖπον, ὥς τινα ἀντίτεχνον καὶ ἀντισοφιστὴν τῆς μαγγανείας αὐτοῦ. (Lucian, Alexander, (no name) 43:20)
(루키아노스, Alexander, (no name) 43:20)
유의어
-
to proclaim or declare publicly
-
to order or command before
- προστάσσω (명령하다, 지시하다, 명하다)
- κελεύω (명령하다, 지시하다)
- τάσσω (명령하다, 지시하다, 명하다)
- ἐπίταξις (명령, 지시, 칙령)
- κελευστός (정규의, 정돈된, 질서바른)
- κελευσμός (명령, 지시, 칙령)
- ἐπαγγέλλω (명령하다, 지시하다, 명하다)
- παράγγελμα (명령, 지시, 칙령)
- παραγγελία (요금, 혐의, 담당)
- ἐντολή (명령, 지시, 칙령)