헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πατροκτόνος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πατροκτόνος πατροκτόνον

형태분석: πατροκτον (어간) + ος (어미)

어원: ktei/nw

  1. murdering one's father, parricidal, of parricide, a father's murdering

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πατροκτόνος

(이)가

πατρόκτονον

(것)가

속격 πατροκτόνου

(이)의

πατροκτόνου

(것)의

여격 πατροκτόνῳ

(이)에게

πατροκτόνῳ

(것)에게

대격 πατροκτόνον

(이)를

πατρόκτονον

(것)를

호격 πατροκτόνε

(이)야

πατρόκτονον

(것)야

쌍수주/대/호 πατροκτόνω

(이)들이

πατροκτόνω

(것)들이

속/여 πατροκτόνοιν

(이)들의

πατροκτόνοιν

(것)들의

복수주격 πατροκτόνοι

(이)들이

πατρόκτονα

(것)들이

속격 πατροκτόνων

(이)들의

πατροκτόνων

(것)들의

여격 πατροκτόνοις

(이)들에게

πατροκτόνοις

(것)들에게

대격 πατροκτόνους

(이)들을

πατρόκτονα

(것)들을

호격 πατροκτόνοι

(이)들아

πατρόκτονα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αἰδοῦσ δὲ καὶ φιλίασ καὶ βεβαιότητοσ, ἣν εἰργάσατο περὶ τοὺσ γάμουσ, ὁ χρόνοσ ἐστὶ μάρτυσ, ἐν γὰρ ἔτεσι τριάκοντα καὶ διακοσίοισ οὔτε ἀνὴρ ἐτόλμησε γυναικὸσ οὔτε γυνὴ κοινωνίαν ἀνδρὸσ ἐγκαταλιπεῖν, ἀλλ’ ὥσπερ ἐν Ἓλλησιν οἱ σφόδρα περιττοὶ τὸν πρῶτον ἔχουσιν εἰπεῖν πατροκτόνον ἢ μητροφόνον, οὕτω Ῥωμαῖοι πάντεσ ἴσασιν ὅτι Καρβίλιοσ Σπόριοσ ἀπεπέμψατο γυναῖκα πρῶτοσ, ἀπαιδίαν αἰτιασάμενοσ. (Plutarch, Comparison of Theseus and Romulus, chapter 6 3:2)

    (플루타르코스, Comparison of Theseus and Romulus, chapter 6 3:2)

  • κρατηθεὶσ δ’ ἐκ φίλων ἀβουλιᾶν ἐγείνατο μὲν μόρον αὑτῷ, πατροκτόνον Οἰδιπόδαν, ὅστε ματρὸσ ἁγνὰν σπείρασ ἄρουραν, ἵν’ ἐτράφη, ῥίζαν αἱματόεσσαν ἔτλα· (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, strophe 31)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, strophe 31)

  • βοᾷ διοίγειν κλῇθρα καὶ δηλοῦν τινα τοῖσ πᾶσι Καδμείοισι τὸν πατροκτόνον, τὸν μητέρ’ ‐ αὐδῶν ἀνόσι’ οὐδὲ ῥητά μοι, ὡσ ἐκ χθονὸσ ῥίψων ἑαυτὸν οὐδ’ ἔτι μενῶν δόμοισ ἀραῖοσ, ὡσ ἠράσατο. (Sophocles, Oedipus Tyrannus, episode 2:2)

    (소포클레스, 오이디푸스 튀란노스, episode 2:2)

  • νῦν αὐτὸν αἰνῶ, νῦν ἀποιμώζω παρών, πατροκτόνον θ’ ὕφασμα προσφωνῶν τόδε. (Aeschylus, Libation Bearers, episode, anapests 2:1)

    (아이스킬로스, Libation Bearers, episode, anapests 2:1)

  • ἑώσ δ’ ἔτ’ ἔμφρων εἰμί, κηρύσσω φίλοισ κτανεῖν τέ φημι μητέρ’ οὐκ ἄνευ δίκησ, πατροκτόνον μίασμα καὶ θεῶν στύγοσ. (Aeschylus, Libation Bearers, episode, anapests 1:4)

    (아이스킬로스, Libation Bearers, episode, anapests 1:4)

유의어

  1. murdering one's father

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION