헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μιστύλλω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μιστύλλω

형태분석: μιστύλλ (어간) + ω (인칭어미)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. to cut up

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μιστύλλω

μιστύλλεις

μιστύλλει

쌍수 μιστύλλετον

μιστύλλετον

복수 μιστύλλομεν

μιστύλλετε

μιστύλλουσιν*

접속법단수 μιστύλλω

μιστύλλῃς

μιστύλλῃ

쌍수 μιστύλλητον

μιστύλλητον

복수 μιστύλλωμεν

μιστύλλητε

μιστύλλωσιν*

기원법단수 μιστύλλοιμι

μιστύλλοις

μιστύλλοι

쌍수 μιστύλλοιτον

μιστυλλοίτην

복수 μιστύλλοιμεν

μιστύλλοιτε

μιστύλλοιεν

명령법단수 μίστυλλε

μιστυλλέτω

쌍수 μιστύλλετον

μιστυλλέτων

복수 μιστύλλετε

μιστυλλόντων, μιστυλλέτωσαν

부정사 μιστύλλειν

분사 남성여성중성
μιστυλλων

μιστυλλοντος

μιστυλλουσα

μιστυλλουσης

μιστυλλον

μιστυλλοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μιστύλλομαι

μιστύλλει, μιστύλλῃ

μιστύλλεται

쌍수 μιστύλλεσθον

μιστύλλεσθον

복수 μιστυλλόμεθα

μιστύλλεσθε

μιστύλλονται

접속법단수 μιστύλλωμαι

μιστύλλῃ

μιστύλληται

쌍수 μιστύλλησθον

μιστύλλησθον

복수 μιστυλλώμεθα

μιστύλλησθε

μιστύλλωνται

기원법단수 μιστυλλοίμην

μιστύλλοιο

μιστύλλοιτο

쌍수 μιστύλλοισθον

μιστυλλοίσθην

복수 μιστυλλοίμεθα

μιστύλλοισθε

μιστύλλοιντο

명령법단수 μιστύλλου

μιστυλλέσθω

쌍수 μιστύλλεσθον

μιστυλλέσθων

복수 μιστύλλεσθε

μιστυλλέσθων, μιστυλλέσθωσαν

부정사 μιστύλλεσθαι

분사 남성여성중성
μιστυλλομενος

μιστυλλομενου

μιστυλλομενη

μιστυλλομενης

μιστυλλομενον

μιστυλλομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μῆρ’ ἐκάη καὶ σπλάγχνα πάσαντο, μίστυλλόν τ’ ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ’ ὀβελοῖσιν ἔπειραν, ὤπτων δ’ ἀκροπόρουσ ὀβελοὺσ ἐν χερσὶν ἔχοντεσ. (Homer, Odyssey, Book 3 44:9)

    (호메로스, 오디세이아, Book 3 44:9)

  • αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μῆρ’ ἐκάη καὶ σπλάγχνα πάσαντο, μίστυλλόν τ’ ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ’ ὀβελοῖσιν ἔπειραν. (Homer, Odyssey, Book 12 41:1)

    (호메로스, 오디세이아, Book 12 41:1)

  • ὁ δ’ ὠμοθετεῖτο συβώτησ, πάντων ἀρχόμενοσ μελέων, ἐσ πίονα δημόν, καὶ τὰ μὲν ἐν πυρὶ βάλλε, παλύνασ ἀλφίτου ἀκτῇ, μίστυλλόν τ’ ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ’ ὀβελοῖσιν ἔπειραν, ὤπτησάν τε περιφραδέωσ ἐρύσαντό τε πάντα, βάλλον δ’ εἰν ἐλεοῖσιν ἀολλέα· (Homer, Odyssey, Book 14 34:10)

    (호메로스, 오디세이아, Book 14 34:10)

  • τὸν δέρον ἀμφί θ’ ἕπον, καί μιν διέχευαν ἅπαντα, μίστυλλόν τ’ ἄρ’ ἐπισταμένωσ πεῖράν τ’ ὀβελοῖσιν, ὤπτησάν τε περιφραδέωσ, δάσσαντό τε μοίρασ. (Homer, Odyssey, Book 19 44:6)

    (호메로스, 오디세이아, Book 19 44:6)

  • αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μῆρε κάη καὶ σπλάγχνα πάσαντο, μίστυλλόν τ’ ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ’ ὀβελοῖσιν ἔπειραν, ὤπτησάν τε περιφραδέωσ, ἐρύσαντό τε πάντα. (Homer, Iliad, Book 1 47:4)

    (호메로스, 일리아스, Book 1 47:4)

유의어

  1. to cut up

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION