Ancient Greek-English Dictionary Language

μιμητικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: μιμητικός μιμητική μιμητικόν

Structure: μιμητικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: mime/omai

Sense

  1. good at imitating, imitative, the power of imitating

Examples

  • ὁ δὲ καλὸσ Πλάτων μονονουχὶ εἰπών ’ οὐκ ἔστ’ ἔτυμοσ λόγοσ οὗτοσ ’ ἐγκώμια αὐτοῦ διεξέρχεται, ὁ τοὺσ ἄλλουσ ἁπαξαπλῶσ κακολογήσασ, ἐν μὲν τῇ Πολιτείᾳ Ὅμηρον ἐκβάλλων καὶ τὴν μιμητικὴν ποίησιν, αὐτὸσ δὲ τοὺσ διαλόγουσ μιμητικῶσ γράψασ, ὧν τῆσ ἰδέασ οὐδ’ αὐτὸσ εὑρετήσ ἐστιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 112 4:1)
  • μιμητικὴν ἡ ποίησισ ὑπόθεσιν ἔχουσα κόσμῳ μὲν καὶ λαμπρότητι χρῆται περὶ τὰσ ὑποκειμένασ πράξεισ καὶ τὰ ἤθη, τὴν δ’ ὁμοιότητα τοῦ ἀληθοῦσ οὐ προλείπει , τῆσ· (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 7 1:1)
  • οὐκοῦν πάμπολυ καὶ κατὰ τὴν ζωγραφίαν τοῦτο τὸ μέροσ ἐστὶ καὶ κατὰ σύμπασαν μιμητικήν; (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 121:7)
  • οὐκοῦν μουσικήν γε πᾶσάν φαμεν εἰκαστικήν τε εἶναι καὶ μιμητικήν; (Plato, Laws, book 2 95:3)
  • ἀγωνιστικῆσ μὲν οὖν ἀνθρώπων τε καὶ ἵππων τοὺσ αὐτούσ, μουσικῆσ δὲ ἑτέρουσ μὲν τοὺσ περὶ μονῳδίαν τε καὶ μιμητικήν, οἱο͂ν ῥαψῳδῶν καὶ κιθαρῳδῶν καὶ αὐλητῶν καὶ πάντων τῶν τοιούτων ἀθλοθέτασ ἑτέρουσ πρέπον ἂν εἰή γίγνεσθαι, τῶν δὲ περὶ χορῳδίαν ἄλλουσ. (Plato, Laws, book 6 94:1)

Synonyms

  1. good at imitating

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION