헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μιμητικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μιμητικός μιμητική μιμητικόν

형태분석: μιμητικ (어간) + ος (어미)

어원: mime/omai

  1. good at imitating, imitative, the power of imitating

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μιμητικός

(이)가

μιμητική

(이)가

μιμητικόν

(것)가

속격 μιμητικοῦ

(이)의

μιμητικῆς

(이)의

μιμητικοῦ

(것)의

여격 μιμητικῷ

(이)에게

μιμητικῇ

(이)에게

μιμητικῷ

(것)에게

대격 μιμητικόν

(이)를

μιμητικήν

(이)를

μιμητικόν

(것)를

호격 μιμητικέ

(이)야

μιμητική

(이)야

μιμητικόν

(것)야

쌍수주/대/호 μιμητικώ

(이)들이

μιμητικᾱ́

(이)들이

μιμητικώ

(것)들이

속/여 μιμητικοῖν

(이)들의

μιμητικαῖν

(이)들의

μιμητικοῖν

(것)들의

복수주격 μιμητικοί

(이)들이

μιμητικαί

(이)들이

μιμητικά

(것)들이

속격 μιμητικῶν

(이)들의

μιμητικῶν

(이)들의

μιμητικῶν

(것)들의

여격 μιμητικοῖς

(이)들에게

μιμητικαῖς

(이)들에게

μιμητικοῖς

(것)들에게

대격 μιμητικούς

(이)들을

μιμητικᾱ́ς

(이)들을

μιμητικά

(것)들을

호격 μιμητικοί

(이)들아

μιμητικαί

(이)들아

μιμητικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πῶσ οὖν δηλώσει ταῦτα μιμητικῶσ κατ’ αὐτὴν τὴν σύνθεσιν τῶν ὀνομάτων, ἄξιον ἰδεῖν· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2019)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 2019)

  • ὁ δὲ καλὸσ Πλάτων μονονουχὶ εἰπών ’ οὐκ ἔστ’ ἔτυμοσ λόγοσ οὗτοσ ’ ἐγκώμια αὐτοῦ διεξέρχεται, ὁ τοὺσ ἄλλουσ ἁπαξαπλῶσ κακολογήσασ, ἐν μὲν τῇ Πολιτείᾳ Ὅμηρον ἐκβάλλων καὶ τὴν μιμητικὴν ποίησιν, αὐτὸσ δὲ τοὺσ διαλόγουσ μιμητικῶσ γράψασ, ὧν τῆσ ἰδέασ οὐδ’ αὐτὸσ εὑρετήσ ἐστιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 112 4:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 112 4:1)

  • ἐπεὶ τοίνυν καὶ ποιητικὴ πολλάκισ ἔργα φαῦλα καὶ πάθη μοχθηρὰ καὶ ἤθη μιμητικῶσ ἀπαγγέλλει, δεῖ τὸ θαυμαζόμενον ἐν τούτοισ καὶ κατορθούμενον μήτ’ ἀποδέχεσθαι τὸν νέον ὡσ ἀληθὲσ μήτε δοκιμάζειν ὡσ καλόν, ἀλλ’ ἐπαινεῖν μόνον ὡσ ἐναρμόττον τῷ ὑποκειμένῳ προσώπῳ καὶ οἰκεῖον. (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 3 6:1)

    (플루타르코스, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 3 6:1)

  • "ὀρχούμενοι δὲ τοὺσ σκῶπασ αἱροῦσι, χαίροντασ τῇ ὄψει καὶ μιμητικῶσ ἅμα δεῦρο κἀκεῖσε τοὺσ ὤμουσ συνδιαφέροντασ. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 7, 7:7)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 7, 7:7)

유의어

  1. good at imitating

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION