Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀνομοιότης

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀνομοιότης ἀνομοιότες

Structure: ἀνομοιοτη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: from a)no/moios

Sense

  1. dissimilarity

Examples

  • "τοῦ χρόνου καὶ λήθησ ἐγγιγνομένησ ἐν αὐτῷ, μᾶλλον δυναστεύει τὸ τῆσ παλαιᾶσ ἀναρμοστίασ πάθοσ καὶ κινδυνεύει διαλυθεὶσ εἰσ τὸν τῆσ ἀνομοιότητοσ ἄπειρον ὄντα τόπον δῦναι πάλιν" ἀνομοιότησ δὲ περὶ τὴν ὕλην, ἄποιον καὶ ἀδιάφορον οὖσαν, οὐκ ἔστιν. (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 7 1:1)
  • ὁ ῥυθμὸσ δὲ διάφοροσ ὢν ἀνασώζει τὰ πράγματα, καὶ οὐκ ἔτι ἐστὶν περὶ τὰ ἐννοήματα, ἀλλὰ περὶ τὴν ἀπαγγελίαν ἡ ἀνομοιότησ τοῦ λόγου τοῦ πολιτικοῦ· (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , chapter 13 6:16)
  • "ἐπεὶ δὲ τὸ εἶδοσ οὐκ ἀναίρεσίσ ἐστι τῆσ ὕλησ ἀλλὰ μορφὴ καὶ τάξισ ὑποκειμένησ, ἀνάγκη καὶ τῷ ἀριθμῷ τὰσ ἀρχὰσ ἐνυπάρχειν ἀμφοτέρασ, ὅθεν ἡ πρώτη καὶ μεγίστη διαφορὰ καὶ ἀνομοιότησ γέγονεν. (Plutarch, De defectu oraculorum, section 355)
  • οὐ μὴν ἀλλ’ ἡ τῶν βίων καὶ τῶν τρόπων ἀνομοιότησ ἐοίκεν αὐξῆσαι τὴν διαφοράν. (Plutarch, , chapter 3 2:2)
  • τοῖσ δὲ ἄκροισ πρὸσ ἄλληλα πλείστη ἀνομοιότησ· (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 2 98:2)

Synonyms

  1. dissimilarity

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION