- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λιγυρός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: ligyros 고전 발음: [리귀로] 신약 발음: [리귀로]

기본형: λιγυρός λιγυρή λιγυρόν

형태분석: λιγυρ (어간) + ος (어미)

어원: from λιγύς

  1. 맑은, 밝은, 투명한, 말간, 명료한, 분명한
  2. 유연한, 나긋나긋한, 융통성이 있는
  1. clear, whistling, which vent themselves in shrill wailings, clear-voiced, sweet-toned
  2. pliant, flexible

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 λιγυρός

맑은 (이)가

λιγυρά

맑은 (이)가

λιγυρόν

맑은 (것)가

속격 λιγυροῦ

맑은 (이)의

λιγυρᾶς

맑은 (이)의

λιγυροῦ

맑은 (것)의

여격 λιγυρῷ

맑은 (이)에게

λιγυρᾷ

맑은 (이)에게

λιγυρῷ

맑은 (것)에게

대격 λιγυρόν

맑은 (이)를

λιγυράν

맑은 (이)를

λιγυρόν

맑은 (것)를

호격 λιγυρέ

맑은 (이)야

λιγυρά

맑은 (이)야

λιγυρόν

맑은 (것)야

쌍수주/대/호 λιγυρώ

맑은 (이)들이

λιγυρά

맑은 (이)들이

λιγυρώ

맑은 (것)들이

속/여 λιγυροῖν

맑은 (이)들의

λιγυραῖν

맑은 (이)들의

λιγυροῖν

맑은 (것)들의

복수주격 λιγυροί

맑은 (이)들이

λιγυραί

맑은 (이)들이

λιγυρά

맑은 (것)들이

속격 λιγυρῶν

맑은 (이)들의

λιγυρῶν

맑은 (이)들의

λιγυρῶν

맑은 (것)들의

여격 λιγυροῖς

맑은 (이)들에게

λιγυραῖς

맑은 (이)들에게

λιγυροῖς

맑은 (것)들에게

대격 λιγυρούς

맑은 (이)들을

λιγυράς

맑은 (이)들을

λιγυρά

맑은 (것)들을

호격 λιγυροί

맑은 (이)들아

λιγυραί

맑은 (이)들아

λιγυρά

맑은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἃ δ οἱ γέροντες ποιοῦσιν , ὅταν μεθυσθῶσιν τοῦ ὕδατος, οὐκ ἀλλότριον εἰπεῖν ἐπειδὰν πίῃ ὁ γέρων καὶ κατάσχῃ αὐτὸν ὁ Σιληνός, αὐτίκα ἐπὶ πολὺ ἄφωνός ἐστι καὶ καρηβαροῦντι καὶ βεβαπτισμένῳ ἐοίκεν, εἶτα ἄφνω φωνή τε λαμπρὰ καὶ φθέγμα τορὸν καὶ πνεῦμα λιγυρὸν ἐγγίγνεται αὐτῷ καὶ λαλίστατος ἐξ ἀφωνοτάτου ἐστίν, οὐδ ἂν ἐπιστομίσας παύσειας αὐτὸν μὴ οὐχὶ συνεχῆ λαλεῖν καὶ ῥήσεις μακρὰς συνείρειν. (Lucian, (no name) 7:2)

    (루키아노스, (no name) 7:2)

  • καὶ αὖθις ἠρώτων τοὺς ναύτας - ἀνεπλέομεν γὰρ ἔτι - ἀλλ οἵ γε κύκνοι πηνίκα ὑμῖν τὸ λιγυρὸν ἐκεῖνο ᾄδουσιν ἐφεστῶτες τῷ ποταμῷ ἔνθεν καὶ ἔνθεν· (Lucian, Electrum, (no name) 4:2)

    (루키아노스, Electrum, (no name) 4:2)

  • τοὶ μὲν ὑπὸ λιγυρῶν συρίγγων ἱέσαν αὐδὴν ἐξ ἁπαλῶν στομάτων, περὶ δέ σφισιν ἄγνυτο ἠχώ. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 25:21)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 25:21)

  • ὅ τε πίνος ὁ τῆς ἀρχαιότητος ἠρέμα αὐτῇ καὶ λεληθότως ἐπιτρέχει ἱλαρόν τέ τι καὶ τεθηλὸς καὶ μεστὸν ὡρ´ας ἄνθος ἀναδίδωσι, καὶ ὥσ2περ ἀπὸ τῶν εὐωδεστάτων λειμώνων αὖρά τις ἡδεῖα ἐξ αὐτῆς φέρεται, καὶ οὔτε τὸ λιγυρὸν ἐοίκεν ἐμφαίνειν λάλον οὔτε τὸ κομψὸν θεατρικόν. (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 2 4:1)

    (디오니시오스, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 2 4:1)

  • ἐπέτρεψαν οἱ ναῦται καὶ ἀνέλαβε τὴν σκευὴν καὶ ᾖσε πάνυ λιγυρόν, καὶ ἔπεσεν ἐς τὴν θάλατταν ὡς αὐτίκα πάντως ἀποθανούμενος: (Lucian, Dialogi Marini, poseidon and the dolphins, chapter 2 1:2)

    (루키아노스, Dialogi Marini, poseidon and the dolphins, chapter 2 1:2)

  • δωδέκατος ἐπιγραμμάτων ποιητὴς λιγυρός: (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, E, Kef. s'. HRAKLEIDHS 9:10)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, E, Kef. s'. HRAKLEIDHS 9:10)

  • καὶ ἡ μὲν πρώτη τριάς ἐστι σαρδόνυξ τόπαζος σμάραγδος, ἡ δευτέρα δὲ ἄνθρακα παρέχεται καὶ ἰάσπιν καὶ σάπφειρον, τῆς δὲ τρίτης λίγυρος μὲν ἄρχει εἶτα ἀμέθυσος ἀχάτης δὲ τρίτος ἔνατος ὢν τοῖς πᾶσι, τετάρτου δὲ στίχου χρυσόλιθος μὲν πρόκειται, μετὰ δὲ αὐτὸν ὄνυξ, εἶτα βήρυλλος, τελευταῖος οὗτος. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 3 211:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 3 211:1)

유의어

  1. 유연한

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION