- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἕρπυλλος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: herpyllos 고전 발음: [쀨로] 신약 발음: [쀨로]

기본형: ἕρπυλλος

형태분석: ἑρπυλλ (어간) + ος (어미)

  1. creeping thyme

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἕρπυλλος

(이)가

ἕρπυλλον

(것)가

속격 ἑρπύλλου

(이)의

ἑρπύλλου

(것)의

여격 ἑρπύλλῳ

(이)에게

ἑρπύλλῳ

(것)에게

대격 ἕρπυλλον

(이)를

ἕρπυλλον

(것)를

호격 ἕρπυλλε

(이)야

ἕρπυλλον

(것)야

쌍수주/대/호 ἑρπύλλω

(이)들이

ἑρπύλλω

(것)들이

속/여 ἑρπύλλοιν

(이)들의

ἑρπύλλοιν

(것)들의

복수주격 ἕρπυλλοι

(이)들이

ἕρπυλλα

(것)들이

속격 ἑρπύλλων

(이)들의

ἑρπύλλων

(것)들의

여격 ἑρπύλλοις

(이)들에게

ἑρπύλλοις

(것)들에게

대격 ἑρπύλλους

(이)들을

ἕρπυλλα

(것)들을

호격 ἕρπυλλοι

(이)들아

ἕρπυλλα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ σμύρνης ἐκ Συρίας ὀδμαὶ λιβάνου τε πνοαί,2 τερενοχρῶτες μαζῶν ὄψεις, ἄρτων, ἀμύλων, πουλυποδείων, χολίκων, δημοῦ, φυσκῶν, ζωμοῦ, τεύτλων, θρίων, λεκίθου, σκορόδων, ἀφύης, σκόμβρων, ἐνθρυμματίδων, πτισάνης, ἀθάρης, κυάμων, λαθύρων, ὤχρων, δολίχων, μέλιτος, τυροῦ, χορίων, πυῶν,3 καρύων, χόνδρου, κάραβοι ὀπτοί, τευθίδες ὀπταί, κεστρεὺς ἑφθός, σηπίαι ἑφθαί, μύραιν ἑφθή, κωβιοὶ ἑφθοί, θυννίδες ὀπταί, φυκίδες ἑφθαί, βάτραχοι, πέρκαι, συνόδοντες, ὄνοι, βατίδες, ψῆτται, γαλεός, κόκκυξ, θρίσσαι, νάρκαι, ῥίνης τεμάχη, σχαδόνες, βότρυες, σῦκα, πλακοῦντες, μῆλα, κράνειαι, ῥόαι, ἑρ´πυλλος, μήκων, ἀχράδες, κνῆκος, ἐλᾶαι, στέμφυλ, ἄμητες, πράσα, γήτειον, κρόμμυα, φυστή, βολβοί, καυλοί, σίλφιον, ὄξος, μάραθ, ᾠά, φακῆ, τέττιγες, ὀποί: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 7 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 7 3:2)

  • Τὰ ῥόδα τὰ δροσόεντα καὶ ἁ κατάπυκνος ἐκείνα ἑρ´πυλλος κεῖται ταῖς Ἑλικωνιάσι, ταὶ δὲ μελάμφυλλοι δάφναι τὶν Πύθιε Παιάν, Δελφὶς ἐπεὶ πέτρα τοῦτό τοι ἀγλάισε. (Theocritus, Idylls1)

    (테오크리토스, Idylls1)

  • τὰ ῥόδα τὰ δροσόεντα, καὶ ἁ κατάπυκνος ἐκείνα ἑρ´πυλλος κεῖται ταῖς Ἑλικωνιάσιν ταὶ δὲ μελάμφυλλοι δάφναι τίν, Πύθιε Παιάν, δελφὶς ἐπεὶ πέτρα τοῦτό τοι ἀγλάϊσεν. (Unknown, Greek Anthology, book 6, chapter 3361)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 6, chapter 3361)

유의어

  1. creeping thyme

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION