헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πτελέα

1군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πτελέα

  1. 느릅나무
  1. the elm

예문

  • ἀλλ’ εἰσ Ἀκαδήμειαν κατιὼν ὑπὸ ταῖσ μορίαισ ἀποθρέξει στεφανωσάμενοσ καλάμῳ λευκῷ μετὰ σώφρονοσ ἡλικιώτου, μίλακοσ ὄζων καὶ ἀπραγμοσύνησ καὶ λεύκησ φυλλοβολούσησ, ἦροσ ἐν ὡρ́ᾳ χαίρων, ὁπόταν πλάτανοσ πτελέᾳ ψιθυρίζῃ. (Aristophanes, Clouds, Agon, epirrheme 2:3)

    (아리스토파네스, Clouds, Agon, epirrheme 2:3)

  • "ἡ ἐν Κρήτῃ καλουμένη Κυπρία συκῆ φέρει τὸν καρπὸν ἐκ τοῦ στελέχουσ καὶ τῶν παχυτάτων ἀκρεμόνων, βλαστὸν δέ τινα ἀφίησι μικρὸν ἄφυλλον ὥσπερ ῥίζιον, πρὸσ ᾧ ὁ καρπόσ, τὸ δὲ στέλεχοσ μέγα καὶ παρόμοιον τῇ λεύκῃ, φύλλον δὲ τῇ πτελέᾳ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 6 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 6 1:2)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION