헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταφθορά

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταφθορά

형태분석: καταφθορ (어간) + ᾱ (어미)

어원: katafqei/rw

  1. 죽음, 파괴, 사망
  2. 혼란, 혼돈
  1. destruction, death
  2. confusion

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 καταφθορά

죽음이

καταφθορᾱ́

죽음들이

καταφθοραί

죽음들이

속격 καταφθορᾶς

죽음의

καταφθοραῖν

죽음들의

καταφθορῶν

죽음들의

여격 καταφθορᾷ

죽음에게

καταφθοραῖν

죽음들에게

καταφθοραῖς

죽음들에게

대격 καταφθορᾱ́ν

죽음을

καταφθορᾱ́

죽음들을

καταφθορᾱ́ς

죽음들을

호격 καταφθορᾱ́

죽음아

καταφθορᾱ́

죽음들아

καταφθοραί

죽음들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐν τῷ ἐντραπῆναι αὐτὸν ἀπεστράφη ἀπ’ αὐτοῦ ὀργὴ Κυρίου καὶ οὐκ εἰσ καταφθορὰν εἰσ τέλοσ. καὶ γὰρ ἐν Ἰούδᾳ ἦσαν λόγοι ἀγαθοί. (Septuagint, Liber II Paralipomenon 12:12)

    (70인역 성경, 역대기 하권 12:12)

  • ζ καὶ νῦν, Κύριε ὁ Θεόσ, ὁ βασιλεύσ, ὁ Θεὸσ Ἁβραάμ, φεῖσαι τοῦ λαοῦ σου, ὅτι ἐπιβλέπουσιν ἡμῖν εἰσ καταφθορὰν καὶ ἐπεθύμησαν ἀπολέσαι τὴν ἐξ ἀρχῆσ κληρονομίαν σου. (Septuagint, Liber Esther 4:22)

    (70인역 성경, 에스테르기 4:22)

  • καὶ ζήσεται εἰσ τέλοσ. οὐκ ὄψεται καταφθοράν, (Septuagint, Liber Psalmorum 48:10)

    (70인역 성경, 시편 48:10)

  • μνήσθητι τὰ ἔσχατα καὶ παῦσαι ἐχθραίνων, καταφθορὰν καὶ θάνατον, καὶ ἔμμενε ἐντολαῖσ. (Septuagint, Liber Sirach 28:6)

    (70인역 성경, Liber Sirach 28:6)

  • τάσ τ’ οὖν ἀγορὰσ διὰ φυλακῆσ ἔχετε, καὶ τῆσ τιμῆσ τῶν ὠνίων μηθὲν ἀνίετε, ἀλλ’ ὅσου πλείστου ποτὲ ἦν τὰ ὤνια, τοσούτου καὶ νῦν αὐτὰ πωλεῖν ψηφίσασθε δικαίασ ἀφορμὰσ ἔχοντεσ καὶ προφάσεισ εὐλόγουσ τήν τ’ ἀχάριστον τοῦ δήμου καταβοήν, ὡσ ὐφ’ ἡμῶν κατασκευασθείσησ τῆσ σιτοδείασ, ἣ διὰ τὴν ἀπόστασιν τὴν ἐκείνων ἐγένετο καὶ τὴν καταφθοράν, ἣν ἐποιήσαντο, τῆσ γῆσ, ἄγοντεσ αὐτὴν καὶ φέροντεσ ὥσπερ πολεμίαν, καὶ τὰσ ἐξαιρεθείσασ ἐκ τοῦ δημοσίου δαπάνασ εἰσ τοὺσ ἀποσταλέντασ ἐπὶ τὴν σιτωνίαν ἄνδρασ, καὶ ἄλλα πολλά τιν’, ἃ ἠδίκησθε ὑπ’ αὐτῶν· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 7, chapter 24 3:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 7, chapter 24 3:1)

유의어

  1. 죽음

  2. 혼란

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION