- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κατάξιος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: kataxios 고전 발음: [까딱시오] 신약 발음: [까딱시오]

기본형: κατάξιος κατάξιη κατάξιον

형태분석: καταξι (어간) + ος (어미)

  1. quite or very worthy of

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κατάξιος

(이)가

κατάξία

(이)가

κατάξιον

(것)가

속격 καταξίου

(이)의

κατάξίας

(이)의

καταξίου

(것)의

여격 καταξίῳ

(이)에게

κατάξίᾳ

(이)에게

καταξίῳ

(것)에게

대격 κατάξιον

(이)를

κατάξίαν

(이)를

κατάξιον

(것)를

호격 κατάξιε

(이)야

κατάξία

(이)야

κατάξιον

(것)야

쌍수주/대/호 καταξίω

(이)들이

κατάξία

(이)들이

καταξίω

(것)들이

속/여 καταξίοιν

(이)들의

κατάξίαιν

(이)들의

καταξίοιν

(것)들의

복수주격 κατάξιοι

(이)들이

κατάξιαι

(이)들이

κατάξια

(것)들이

속격 καταξίων

(이)들의

κατάξιῶν

(이)들의

καταξίων

(것)들의

여격 καταξίοις

(이)들에게

κατάξίαις

(이)들에게

καταξίοις

(것)들에게

대격 καταξίους

(이)들을

κατάξίας

(이)들을

κατάξια

(것)들을

호격 κατάξιοι

(이)들아

κατάξιαι

(이)들아

κατάξια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αἰσχύνομαι γὰρ ὀλβίων ἀνδρῶν τέκνα λαβὼν ὑβρίζειν, οὐ κατάξιος γεγώς. (Euripides, episode 2:9)

    (에우리피데스, episode 2:9)

  • ὦ μηδὲν ὑγιὲς μηδ ἐλεύθερον φρονῶν, οἷ αὖ μ ὑπῆλθες, ὥς μ ἐθηράσω, λαβὼν πρόβλημα σαυτοῦ παῖδα τόνδ ἀγνῶτ ἐμοί, ἀνάξιον μὲν σοῦ, κατάξιον δ ἐμοῦ, ὃς οὐδὲν ᾔδει πλὴν τὸ προσταχθὲν ποεῖν, δῆλος δὲ καὶ νῦν ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων οἷς τ αὐτὸς ἐξήμαρτεν οἷς τ ἐγὼ παθον. (Sophocles, Philoctetes, episode 4:2)

    (소포클레스, 필록테테스, episode 4:2)

  • ἐπεὶ δέδρακας οὔτ ἐμοῦ καταξίως οὔθ ὧν πέφυκας αὐτὸς οὔτε σῆς χθονός: (Sophocles, Oedipus at Colonus, episode 4:6)

    (소포클레스, Oedipus at Colonus, episode 4:6)

  • ὅς σε δὴ αἵματι φύρσε κατάξια, θηρσὶ δὲ βορρὰν καὶ πτανοῖς ἐπὶ γᾷ εἰάσε νῦν ὁσίως. (Unknown, Greek Anthology, book 3, chapter 143)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 3, chapter 143)

  • Ὁ μὲν οὖν Λιβυκὸς πόλεμος εἰς τοιαύτην ἀγαγὼν περίστασιν Καρχηδονίους τοιοῦτον ἔσχε τὸ τέλος ὥστε μὴ μόνον κυριεῦσαι πάλιν τῆς Λιβύης τοὺς Καρχηδονίους, ἀλλὰ καὶ τοὺς αἰτίους τῆς ἀποστάσεως τιμωρήσασθαι καταξίως: (Polybius, Histories, book 1, chapter 88 5:1)

    (폴리비오스, Histories, book 1, chapter 88 5:1)

유의어

  1. quite or very worthy of

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION