- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κάλλος?

3군 변화 명사; 중성 로마알파벳 전사: kallos 고전 발음: [깔로] 신약 발음: [깔로]

기본형: κάλλος κάλλεος

형태분석: καλλο (어간) + ς (어미)

어원: καλός

  1. 아름다움, 미
  2. 미인, 아름다운 물건
  1. beauty
  2. a beautiful person or thing

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κάλλος

아름다움이

κάλλει

아름다움들이

κάλλη

아름다움들이

속격 κάλλους

아름다움의

κάλλοιν

아름다움들의

καλλέων

아름다움들의

여격 κάλλει

아름다움에게

κάλλοιν

아름다움들에게

κάλλεσι(ν)

아름다움들에게

대격 κάλλος

아름다움을

κάλλει

아름다움들을

κάλλη

아름다움들을

호격 κάλλος

아름다움아

κάλλει

아름다움들아

κάλλη

아름다움들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πᾶσαν μὲν ἱστορίαν οἶσθα, πάσας δὲ λόγων τέχνας καὶ κάλλη αὐτῶν καὶ κακίας καὶ ὀνομάτων χρῆσιν τῶν Ἀττικῶν πάνσοφόν τι χρῆμα καὶ ἄκρον ἐν παιδείᾳ γεγένησαι διὰ τὸ πλῆθος τῶν βιβλίων. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 26:4)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 26:4)

  • ἢ τῷ μὲν Ἀχιλλεῖ πιστεύομεν τὴν ὄψιν τῶν ὅπλων ἐπιτεῖναι κατὰ τῶν Φρυγῶν τὴν ὀργήν, καὶ ἐπεὶ ἐνέδυ αὐτὰ πειρώμενος, ἐπαρθῆναι καὶ πτερωθῆναι, πρὸς τὴν τοῦ πολέμου ἐπιθυμίαν, λόγου δὲ σπουδὴν μὴ ἐπιτείνεσθαι πρὸς κάλλη χωρίων· (Lucian, De Domo, (no name) 4:5)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 4:5)

  • τὸν δὲ ἄλλον κόσμον καὶ τὰ τῶν τοίχων γράμματα καὶ τῶν χρωμάτων τὰ κάλλη καὶ τὸ ἐναργὲς ἑκάστου καὶ τὸ ἀκριβὲς καὶ τὸ ἀληθὲς ἐάρος ὄψει καὶ λειμῶνι δὲ εὐανθεῖ καλῶς ἂν ἔχοι παραβαλεῖν: (Lucian, De Domo, (no name) 9:2)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 9:2)

  • οὐ γὰρ οὕτω λέγων ἄν τις προσβιβάσειέν σε τῇ ἡδονῇ τῶν ἐκεῖ δρωμένων, ὡς εἰ καθεζόμενος αὐτὸς ἐν μέσοις τοῖς θεαταῖς βλέποις ἀρετὰς ἀνδρῶν καὶ κάλλη σωμάτων καὶ εὐεξίας θαυμαστὰς καὶ ἐμπειρίας δεινὰς καὶ ἰσχὺν ἄμαχον καὶ τόλμαν καὶ φιλοτιμίαν καὶ γνώμας ἀηττήτους καὶ σπουδὴν ἄλεκτον ὑπὲρ τῆς νίκης. (Lucian, Anacharsis, (no name) 12:2)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 12:2)

  • νὴ Δί, ὦ Σόλων, καὶ ἐπιγελῶν γε προσέτι καὶ ἐπιχλευάζων ἅπαντα γὰρ ὁπόσα κατηριθμήσω ἐκεῖνα, τὰς ἀρετὰς καὶ τὰς εὐεξίας καὶ τὰ κάλλη καὶ τόλμαν, ὁρῶ οὐδενὸς μεγάλου ἕνεκα παραπολλυμένας ὑμῖν, οὔτε πατρίδος κινδυνευούσης οὔτε χώρας πορθουμένης οὔτε φίλων ἢ οἰκείων πρὸς ὕβριν ἀπαγομένων. (Lucian, Anacharsis, (no name) 13:1)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 13:1)

유의어

  1. 아름다움

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION