헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐεξία

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὐεξία

형태분석: εὐεξι (어간) + ᾱ (어미)

어원: e(/cis

  1. 용기, 혈기, 기력
  1. a good habit of body, good state of health, high health, vigour

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 εὐεξία

용기가

εὐεξίᾱ

용기들이

εὐεξίαι

용기들이

속격 εὐεξίᾱς

용기의

εὐεξίαιν

용기들의

εὐεξιῶν

용기들의

여격 εὐεξίᾱͅ

용기에게

εὐεξίαιν

용기들에게

εὐεξίαις

용기들에게

대격 εὐεξίᾱν

용기를

εὐεξίᾱ

용기들을

εὐεξίᾱς

용기들을

호격 εὐεξίᾱ

용기야

εὐεξίᾱ

용기들아

εὐεξίαι

용기들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὑγίεια καὶ εὐεξία βέλτιον παντὸσ χρυσίου, καὶ σῶμα εὔρωστον ἢ ὄλβοσ ἀμέτρητοσ. (Septuagint, Liber Sirach 30:15)

    (70인역 성경, Liber Sirach 30:15)

  • καλοῦ γὰρ γήρωσ θεμέλιοσ ἐν παισὶν ἡ τῶν σωμάτων εὐεξία. (Plutarch, De liberis educandis, section 11 1:2)

    (플루타르코스, De liberis educandis, section 11 1:2)

  • ἑξῆσ ἐπισκεψώμεθα τὸ τῶν Μιλησίων ἦθοσ, ὃ διαφαίνουσιν οἱ Ιὤνεσ, ἐπὶ ταῖσ τῶν σωμάτων εὐεξίαισ βρενθυόμενοι καὶ θυμοῦ πλήρεισ, δυσκατάλλακτοι, φιλόνεικοι, οὐδὲν φιλάνθρωπον οὐδ’ ἱλαρὸν ἐνδιδόντεσ, ἀστοργίαν καὶ σκληρότητα ἐν τοῖσ ἤθεσιν ἐμφανίζοντεσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 201)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 201)

  • μαλακῶσ καὶ ἀνειμένωσ θερμὰ καταλαμβάνουσαν ἁφὴν ἀναισθητεῖν τῶν σφόδρα θερμῶν ἀτοπώτερον δέ, εἴ τισ τὸ κοινῶσ κατὰ φύσιν, οἱο͂́ν ἐστιν ὑγίεια καὶ εὐεξία, καταλαμβάνων, τὴν ἀρετὴν ἀγνοεῖ παροῦσαν, ἣν μάλιστα καὶ ἄκρωσ κατὰ φύσιν εἶναι τίθενται. (Plutarch, De communibus notitiis adversus Stoicos, section 9 5:1)

    (플루타르코스, De communibus notitiis adversus Stoicos, section 9 5:1)

  • ὅτι μὲν οὖν οὐκ ἔστιν αὐτό τι ἀγαθόν, ἔχει ἀπορίασ τοιαύτασ, καὶ ὅτι οὐ χρήσιμον τῇ πολιτικῇ, ἀλλ’ ἴδιόν τι ἀγαθόν, ὥσπερ καὶ ταῖσ ἄλλαισ, οἱο͂ν γυμναστικῇ εὐεξία ἔτι καὶ τὸ ἐν τῷ λόγῳ γεγραμμένον· (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 1 106:1)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 1 106:1)

  • σὺ δὲ κόμα, ὦ Ἄπολλον, καὶ κιθάριζε καὶ μέγα ἐπὶ τῷ κάλλει φρόνει, κἀγὼ ἐπὶ τῇ εὐεξίᾳ καὶ τῇ λύρᾳ· (Lucian, Dialogi deorum, 3:2)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 3:2)

  • Σκηπίωνοσ γάρ, ὅτε Νομαντίαν ἐπολιόρκει, βουληθέντοσ ἐπιδεῖν μὴ μόνον τὰ ὅπλα μηδὲ τοὺσ ἵππουσ, ἀλλὰ καὶ τοὺσ ὀρεῖσ καὶ τὰσ ἁμάξασ, ὅπωσ ἑκάστοισ ἐξησκημένα καὶ παρεσκευασμένα τυγχάνοι, προαγαγεῖν τὸν Μάριον ἵππον τε κάλλιστα τεθραμμένον ὑπ’ αὐτοῦ καὶ ἡμίονον εὐεξίᾳ καὶ πρᾳότητι καὶ ῥώμῃ διαφέροντα πολὺ τῶν ἄλλων ἡσθέντοσ οὖν τοῦ στρατηγοῦ τοῖσ τοῦ Μαρίου θρέμμασι καὶ πολλάκισ αὐτῶν μνησθέντοσ, οὕτωσ ἄρα τοὺσ σκώπτοντασ ἐν ἐπαίνῳ τὸν ἐνδελεχῆ καὶ τλήμονα καὶ φιλόπονον Μαριανὸν ἡμίονον προσαγορεύειν. (Plutarch, Caius Marius, chapter 13 2:1)

    (플루타르코스, Caius Marius, chapter 13 2:1)

유의어

  1. 용기

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION