ἱππαρχία
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἱππαρχία
형태분석:
ἱππαρχι
(어간)
+
ᾱ
(어미)
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- μετὰ δὲ τὴν ἐκείνου τελευτὴν οὔτε συνέσει τινὸσ οὔτε πίστει λείπεσθαι δοκῶν τῶν περὶ Ἀλέξανδρον ἐκαλεῖτο μὲν ἀρχιγραμματεύσ, τιμῆσ δὲ ὥσπερ οἱ μάλιστα φίλοι καὶ συνήθεισ ἐτύγχανεν, ὥστε καὶ στρατηγὸσ ἀποσταλῆναι κατὰ τὴν Ἰνδικὴν ἐφ’ ἑαυτοῦ μετὰ δυνάμεωσ, καὶ τὴν Περδίκκου παραλαβεῖν ἱππαρχίαν, ὅτε Περδίκκασ, ἀποθανόντοσ Ἡφαιστίωνοσ, εἰσ τὴν ἐκείνου προῆλθε τάξιν. (Plutarch, chapter 1 2:1)
(플루타르코스, chapter 1 2:1)
- Παρμενίωνα δὲ πέμπει ἐπὶ Σάρδεων, δοὺσ αὐτῷ τῶν τε ἑταίρων ἱππαρχίαν καὶ τοὺσ Θετταλοὺσ ἱππέασ καὶ τοὺσ ἄλλουσ ξυμμάχουσ καὶ τὰσ ἁμάξασ ἄγειν· (Arrian, Anabasis, book 1, chapter 24 3:1)
(아리아노스, Anabasis, book 1, chapter 24 3:1)
- ὡσ δὲ ἀθρόοι ἐπὶ τῇ ὄχθῃ ἐγένοντο, ἐφῆκεν ἐπὶ τοὺσ Σκύθασ τὸ μὲν πρῶτον μίαν ἱππαρχίαν τῶν ξένων καὶ τῶν σαρισσοφόρων ἴλασ τέσσαρασ· (Arrian, Anabasis, book 4, chapter 4 6:1)
(아리아노스, Anabasis, book 4, chapter 4 6:1)
- καὶ Κρατερὸσ ὑπελέλειπτο ἐπὶ στρατοπέδου τήν τε αὑτοῦ ἔχων ἱππαρχίαν καὶ τοὺσ ἐξ Ἀραχωτῶν καὶ Παραπαμισαδῶν ἱππέασ καὶ τῆσ φάλαγγοσ τῶν Μακεδόνων τήν τε Ἀλκέτου καὶ τὴν Πολυπέρχοντοσ τάξιν καὶ τοὺσ νομάρχασ τῶν ἐπὶ τάδε Ἰνδῶν καὶ τοὺσ ἅμα τούτοισ τοὺσ πεντακισχιλίουσ. (Arrian, Anabasis, book 5, chapter 11 3:2)
(아리아노스, Anabasis, book 5, chapter 11 3:2)
- Αὐτὸσ δὲ ἐπιλεξάμενοσ τῶν τε ἑταίρων τὸ ἄγημα καὶ τὴν Ἡφαιστίωνοσ ἱππαρχίαν καὶ τὴν Περδίκκου τε καὶ Δημητρίου καὶ τοὺσ ἐκ Βάκτρων καὶ Σογδιανῶν καὶ τοὺσ Σκύθασ ἱππέασ καὶ Δάασ τοὺσ ἱπποτοξότασ καὶ τῆσ φάλαγγοσ τούσ τε ὑπασπιστὰσ καὶ τὴν Κλείτου τε καὶ Κοίνου τάξιν καὶ τοὺσ τοξότασ τε καὶ τοὺσ Ἀγριᾶνασ ἦγεν ἀφανῶσ πολύ τι ἀπέχων τῆσ ὄχθησ, τοῦ μὴ καταφανὴσ εἶναι ἄγων ἐπὶ τὴν νῆσον καὶ τὴν ἄκραν, ἔνθεν διαβαίνειν αὐτῷ ἦν ἐγνωσμένον. (Arrian, Anabasis, book 5, chapter 12 2:1)
(아리아노스, Anabasis, book 5, chapter 12 2:1)
유의어
-
업무
- χοροδιδασκαλία (업무, 판공실)
- τελωνία (업무, 판공실)
- σιτομετρία (업무, 판공실)
- πωλητήριον (the office of the)
- πρόεδρος (the, in office)
- προεδρία (업무, 판공실)
- παιδονομία (업무, 판공실)
- κανηφορία (업무, 판공실)
- ἀστυνομία (업무, 판공실)
- ἐπισκοπή (업무, 판공실, 사무실)
- φυλαρχία (업무, 판공실)
- τιμή (high office)
- στρατοφύλαξ (a commanding officer)
- πρᾶξις (업무, 일, 상업)
- χιλιαρχία (the office or post)
- λοχαγία (the rank or office of)
- ταγεία (the office or rank of)
- τόπος (자리, 공직)
- ἀρχίδιον (a petty office, petty officer)
- βιβλιοθήκη (records office)
- ἐξουσίᾱ (제목, 표제, 업무)
- θᾶκος (a chair of office)
- σπουδαρχία (canvassing for office)
- ἱεροφαντία (the office of hierophant)
- ταμιεία (the office of paymaster)
- γυμνασιαρχία (the office of a gymnasiarch)