Ancient Greek-English Dictionary Language

ἡμέτερος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἡμέτερος ἡμέτερᾶ ἡμέτερον

Structure: ἡμετερ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: h(mei=s

Sense

  1. our; ours

Examples

  • τὴν κτῆσιν αὐτοῦ τὴν πολυτελῆ καταλαβώμεθα, πλήσωμεν δὲ οἴκουσ ἡμετέρουσ σκύλων. (Septuagint, Liber Proverbiorum 1:13)
  • ὡσ δ’ ἀφικόμεθα εἰσ τὰσ Θήβασ, κατελαμβάνομεν Φιλίππου καὶ Θετταλῶν καὶ τῶν ἄλλων συμμάχων παρόντασ πρέσβεισ, καὶ τοὺσ μὲν ἡμετέρουσ φίλουσ ἐν φόβῳ, τοὺσ δ’ ἐκείνου θρασεῖσ. (Dionysius of Halicarnassus, Ad Ammaeum, chapter 11 4:4)
  • ὥστε, ὦ ἄνδρεσ δικασταί, δικαίωσ ἂν καὶ τοὺσ ἡμετέρουσ ὁρ́κουσ πιστοτέρουσ νομίζοιτε ἢ τοὺσ τούτων λόγουσ. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 17 5:1)
  • εἰ δὲ ποιήσεισ τοῦτο, κατ’ οἴκουσ αὐτοῦ μεῖνον τοὺσ ἡμετέρουσ. (Aristophanes, Peace, Prologue, anapests4)
  • εἶτ’ ἐν βραχεῖ ὄψει καταγελῶντασ τοὺσ Ἐπικούρουσ καὶ Μητροδώρουσ καὶ Δάμιδασ, κρατουμένουσ δὲ καὶ ἀποφραττομένουσ ὑπ’ αὐτῶν τοὺσ ἡμετέρουσ συνηγόρουσ· (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 22:4)

Synonyms

  1. our

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION