헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἥδυσμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἥδυσμα ἥδυσματος

형태분석: ἡδυσματ (어간)

어원: h(du/nw

  1. 소스, 장, 향신료, 양념
  1. that which gives a relish or flavour, seasoning, sauce

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἥδυσμα

소스가

ἡδύσματε

소스들이

ἡδύσματα

소스들이

속격 ἡδύσματος

소스의

ἡδυσμάτοιν

소스들의

ἡδυσμάτων

소스들의

여격 ἡδύσματι

소스에게

ἡδυσμάτοιν

소스들에게

ἡδύσμασιν*

소스들에게

대격 ἥδυσμα

소스를

ἡδύσματε

소스들을

ἡδύσματα

소스들을

호격 ή̔δυσμα

소스야

ἡδύσματε

소스들아

ἡδύσματα

소스들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ γὰρ ὡσ ἡδύσματι χρῆται ἀλλ’ ὡσ ἐδέσματι τοῖσ ἐπιθέτοισ <τοῖσ> οὕτω πυκνοῖσ καὶ μείζοσι καὶ ἐπιδήλοισ, οἱο͂ν οὐχ ἱδρῶτα ἀλλὰ τὸν ὑγρὸν ἱδρῶτα, καὶ οὐκ εἰσ Ἴσθμια ἀλλ’ εἰσ τὴν τῶν Ἰσθμίων πανήγυριν, καὶ οὐχὶ νόμουσ ἀλλὰ τοὺσ τῶν πόλεων βασιλεῖσ νόμουσ, καὶ οὐ δρόμῳ ἀλλὰ δρομαίᾳ τῇ τῆσ ψυχῆσ ὁρμῇ, καὶ οὐχὶ μουσεῖον ἀλλὰ τὸ τῆσ φύσεωσ παραλαβὼν μουσεῖον, καὶ σκυθρωπὸν τὴν φροντίδα τῆσ ψυχῆσ, καὶ οὐ χάριτοσ ἀλλὰ πανδήμου χάριτοσ δημιουργόσ, καὶ οἰκονόμοσ τῆσ τῶν ἀκουόντων ἡδονῆσ, καὶ οὐ κλάδοισ ἀλλὰ τοῖσ τῆσ ὕλησ κλάδοισ ἀπέκρυψεν, καὶ οὐ τὸ σῶμα παρήμπισχεν ἀλλὰ τὴν τοῦ σώματοσ αἰσχύνην, καὶ ἀντίμιμον τὴν τῆσ ψυχῆσ ἐπιθυμίαν τοῦτο δ’ ἅμα καὶ διπλοῦν καὶ ἐπίθετον, ὥστε ποίημα γίνεται, καὶ οὕτωσ ἔξεδρον τὴν τῆσ μοχθηρίασ ὑπερβολήν. (Aristotle, Rhetoric, Book 3, chapter 3 3:6)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 3, chapter 3 3:6)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION