헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γενειάς

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: γενειάς

형태분석: γενει (어간) + ᾱς (어미)

어원: ge/neion

  1. 턱수염, 수염
  1. a beard
  2. the sides of the face, cheeks

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 γενειάς

턱수염이

γενειᾱ́

턱수염들이

γενειαί

턱수염들이

속격 γενειοῦ

턱수염의

γενειαῖν

턱수염들의

γενειῶν

턱수염들의

여격 γενειᾷ

턱수염에게

γενειαῖν

턱수염들에게

γενειαῖς

턱수염들에게

대격 γενειᾱ́ν

턱수염을

γενειᾱ́

턱수염들을

γενειᾱ́ς

턱수염들을

호격 γενειᾱ́

턱수염아

γενειᾱ́

턱수염들아

γενειαί

턱수염들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἀμφιτρυωνιάδησ δέ, βίη Ἡρακληείη, μεσσηγὺσ κόρυθόσ τε καὶ ἀσπίδοσ ἔγχεϊ μακρῷ αὐχένα γυμνωθέντα θοῶσ ὑπένερθε γενείου ἤλασ’ ἐπικρατέωσ· (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 38:3)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 38:3)

  • οὕτω δὲ τοὺσ ἀρίστουσ ἐπιλεξάμενοσ αὐτῶν, ὡσ ἐνῆν τεκμήρασθαι προσώπου τε σκυθρωπότητι καὶ χρόασ ὠχρότητι καὶ γενείου βαθύτητι ‐ μάλα γὰρ ὑψαγόραι τινὲσ καὶ οὐρανογνώμονεσ οἱ ἄνδρεσ αὐτίκα μοι κατεφάνησαν ‐ τούτοισ ἐγχειρίσασ ἐμαυτὸν καὶ συχνὸν ἀργύριον τό μὲν αὐτόθεν ἤδη καταβαλών, τὸ δὲ εἰσαῦθισ ἀποδώσειν ἐπὶ κεφαλαίῳ τῆσ σοφίασ διομολογησάμενοσ, ἠξίουν μετεωρολέσχησ τε διδάσκεσθαι καὶ τὴν τῶν ὅλων διακόσμησιν καταμαθεῖν. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 5:2)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 5:2)

  • ‐ Ἀγάμεμνον, ἱκετεύω σε τῶνδε γουνάτων καὶ σοῦ γενείου δεξιᾶσ τ’ εὐδαίμονοσ . (Euripides, Hecuba, episode, iambics23)

    (에우리피데스, Hecuba, episode, iambics23)

  • ὦ φίλτατ’ ἀνδρῶν‐‐καὶ γὰρ οὐκέτ’ ὢν ὅμωσ τῶν φιλτάτων ἔμοιγ’ ἀριθμήσῃ, τέκνον‐‐ οὐκέτι γενείου τοῦδε θιγγάνων χερί, τὸν <20μητρὸσ>20 αὐδῶν <20πατέρα>20 προσπτύξῃ, τέκνον, λέγων· (Euripides, episode 4:33)

    (에우리피데스, episode 4:33)

  • οἴμοι ‐ κακῶν γὰρ τῶν τότ’ οὐκ ἀμνημονῶ ‐ ὅσασ γενείου χεῖρασ ἐξηκόντισα γονάτων τε τοῦ τεκόντοσ, ἐξαρτωμένη, λέγουσα τοιάδ’· (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode 7:5)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode 7:5)

유의어

  1. 턱수염

  2. the sides of the face

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION