Ancient Greek-English Dictionary Language

ἐπαινετός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἐπαινετός ἐπαινετή ἐπαινετόν

Structure: ἐπαινετ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from e)paine/w

Sense

  1. to be praised, praiseworthy, laudable

Examples

  • χρὴ δὲ οὐδέτερα τούτων, ἀλλ’ ἐκείνουσ μάλιστα ἐπαινέτασ ἡμῶν εἶναι ἔργῳ, παρέχοντασ αὑτοὺσ φαινομένουσ τῷ ὄντι πατέρασ ὄντασ ἄνδρασ ἀνδρῶν. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 30 5:1)
  • ἔπειτα, ὅτι ἐκείνουσ πολλοὶ ἐπαινοῦσι, καὶ τούτῳ πολλοὺσ ἐπαινέτασ παρασκευαστέον. (Xenophon, Memorabilia, , chapter 7 3:4)
  • χρὴ δὲ οὐδέτερα τούτων, ἀλλ’ ἐκείνουσ μάλιστα ἡμῶν ἐπαινέτασ εἶναι ἔργῳ, παρέχοντασ αὑτοὺσ φαινομένουσ τῷ ὄντι πατέρασ ὄντασ ἄνδρασ ἀνδρῶν. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 90:1)
  • καὶ τούτων τῶν ποιημάτων τοὺσ μὲν εὐσχημόνωσ βεβιωκότασ εὑρήσετε ἐπαινέτασ ὄντασ· (Aeschines, Speeches, , section 1294)
  • καὶ πρὸσ τῷ ἀγκῶνι λανθάνει σε ὅτι οἱ μέγιστον φρονοῦντεσ τῶν πολιτικῶν μάλιστα ἐρῶσι λογογραφίασ τε καὶ καταλείψεωσ συγγραμμάτων, οἵ γε καὶ ἐπειδάν τινα γράφωσι λόγον, οὕτωσ ἀγαπῶσι τοὺσ ἐπαινέτασ, ὥστε προσπαραγράφουσι πρώτουσ οἳ ἂν ἑκασταχοῦ ἐπαινῶσιν αὐτούσ. (Plato, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 211:1)

Related

Similar forms

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION