- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐκκλησία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: ekklēsiā 고전 발음: [레:시아:] 신약 발음: [레시아]

기본형: ἐκκλησία ἐκκλησίας

형태분석: ἐκκλησι (어간) + α (어미)

  1. 국회, 의원
  2. 교회당, 성당, 교회
  1. assembly
  2. congregation, church

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἐκκλησία

국회가

ἐκκλησία

국회들이

ἐκκλησίαι

국회들이

속격 ἐκκλησίας

국회의

ἐκκλησίαιν

국회들의

ἐκκλησιῶν

국회들의

여격 ἐκκλησίᾳ

국회에게

ἐκκλησίαιν

국회들에게

ἐκκλησίαις

국회들에게

대격 ἐκκλησίαν

국회를

ἐκκλησία

국회들을

ἐκκλησίας

국회들을

호격 ἐκκλησία

국회야

ἐκκλησία

국회들아

ἐκκλησίαι

국회들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ πούς μου ἔστη ἐν εὐθύτητι. ἐν ἐκκλησίαις εὐλογήσω σε, Κύριε. (Septuagint, Liber Psalmorum 25:12)

    (70인역 성경, 시편 25:12)

  • ἐν ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τὸν Θεόν, Κύριον ἐκ πηγῶν Ἰσραήλ. (Septuagint, Liber Psalmorum 67:27)

    (70인역 성경, 시편 67:27)

  • οἱ πρὸ τῆς Λυσιμαχίδου ἀρχῆς ἐν ἐκκλησίαις τε καὶ δικαστηρίοις γενόμενοι πρότερον τῶν Ἀριστοτέλους τεχνῶν ἑτέραν προσθήσω μαρτυρίαν παρὰ τοῦ φιλοσόφου λαβών, ἐξ ἧς ἔτι μᾶλλον ἔσται φανερόν, ὅτι μετὰ τὸν πόλεμον τὸν συμβάντα τοῖς Ἀθηναίοις πρὸς Φίλιππον αἱ ῥητορικαὶ συνετάχθησαν ὑπ αὐτοῦ τέχναι, Δημοσθένους ἀκμάζοντος ἤδη κατὰ τὴν πολιτείαν καὶ πάντας εἰρηκότος τούς τε δημηγορικοὺς καὶ τοὺς δικανικοὺς λόγους, ὧν ὀλίγῳ πρότερον ἐμνήσθην. (Dionysius of Halicarnassus, Ad Ammaeum, chapter 11 6:1)

    (디오니시오스, Ad Ammaeum, chapter 11 6:1)

  • σὺ γοῦν μοι τἀληθές, ὦ Ἑρμῆ, ἂν εἴποις μόνος, ἅτε συνὼν αὐτοῖς τὰ πολλὰ καὶ συνδιατρίβων ἐ`ν τε γυμνασίοις καὶ ἐν τῇ ἀγορᾷ - καὶ ἀγοραῖος γὰρ εἶ καὶ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις κηρύττεις - ὁποῖοι γεγένηνται καὶ εἰ δυνατή μοι παρ αὐτοῖς ἡ μονή. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 8:7)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 8:7)

  • τοιγάρτοι τὰς μὲν ἐπιδείξεις τὰς ἐν ταῖς πανηγύρεσι καὶ τὴν ἐκ χειρὸς θεωρίαν φέρουσιν αὐτοῦ οἱ λόγοι, τοὺς δὲ ἐν ἐκκλησίαις καὶ δικαστηρίοις ἀγῶνας οὐχ ὑπομένουσι. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 2 2:1)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 2 2:1)

유의어

  1. 국회

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION