- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δρόμος?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: dromos 고전 발음: [로모] 신약 발음: [로모]

기본형: δρόμος δρόμου

형태분석: δρομ (어간) + ος (어미)

어원: δραμεῖν

  1. 종족, 가족, 겨레
  2. 경주로, 한 바퀴
  3. 길, 경로, 코스
  1. race, running
  2. racetrack
  3. course, path

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δρόμος

종족이

δρόμω

종족들이

δρόμοι

종족들이

속격 δρόμου

종족의

δρόμοιν

종족들의

δρόμων

종족들의

여격 δρόμῳ

종족에게

δρόμοιν

종족들에게

δρόμοις

종족들에게

대격 δρόμον

종족을

δρόμω

종족들을

δρόμους

종족들을

호격 δρόμε

종족아

δρόμω

종족들아

δρόμοι

종족들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλ ἀκυβέρνητος καὶ ἀνερμάτιστος ἐν ταραχῇ καὶ πλάνῃ δρόμοις λεχρίοις καὶ παραφόροις διατραχηλιζόμενος εἴς τι ναυάγιον φοβερὸν ἐξέπεσε καὶ συνέτριψε τὸν ἑαυτοῦ βίον. (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 42)

    (플루타르코스, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 42)

  • ἀλλ ἀκυβέρνητος καὶ ἀνερμάτιστος ἐν ταραχῇ καὶ πλάνῃ δρόμοις ὀλεθρίοις καὶ παραφόροις διατραχηλιζόμενος εἴς τι ναυάγιον φοβερὸν ἐξέπεσε καὶ συνέτριψε τὸν ἑαυτοῦ βίον. (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 1:2)

    (플루타르코스, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 1:2)

  • ὅσαι δ Ἐρινύων οὐκ ἐπείσθησαν νόμῳ, δρόμοις ἀνιδρύτοισιν ἠλάστρουν μ ἀεί, ἑώς ἐς ἁγνὸν ἦλθον αὖ Φοίβου πέδον, καὶ πρόσθεν ἀδύτων ἐκταθείς, νῆστις βορᾶς, ἐπώμος αὐτοῦ βίον ἀπορρήξειν θανών, εἰ μή με σώσει Φοῖβος, ὅς μ ἀπώλεσεν. (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 3:5)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 3:5)

  • πρῶτος δὲ ταῖς λεγομέναις ἐλευθερίοις καὶ γλαφυραῖς διατριβαῖς, αἳ μικρὸν ὕστερον ὑπερφυῶς ἠγαπήθησαν, ἐκαλλώπισε τὸ ἄστυ, τὴν μὲν ἀγορὰν πλατάνοις καταφυτεύσας, τὴν δ Ἀκαδήμειαν ἐξ ἀνύδρου καὶ αὐχμηρᾶς κατάρρυτον ἀποδείξας ἄλσος ἠσκημένον ὑπ αὐτοῦ δρόμοις καθαροῖς καὶ συσκίοις περιπάτοις. (Plutarch, , chapter 13 8:1)

    (플루타르코스, , chapter 13 8:1)

  • τρόπον ἄπρακτον εὑρίσκω τὰ πολλά, δήγμασι χειλῶν καὶ πρίσεσιν ὀδόντων καὶ κεναῖς ἐπιδρομαῖς καὶ βλασφημίαις ἀπειλὰς ἀνοήτους ἐχούσαις καταναλισκόμενον, εἶθ ὥσπερ ἐν τοῖς δρόμοις τὰ παιδία τῷ μὴ κρατεῖν ἑαυτῶν προκαταπίπτοντα τοῦ τέλους ἐφ ὃ σπεύδει γελοίως. (Plutarch, De cohibenda ira, section 10 3:1)

    (플루타르코스, De cohibenda ira, section 10 3:1)

유의어

  1. 종족

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION