헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δόσις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δόσις δόσεως

형태분석: δοσι (어간) + ς (어미)

어원: di/dwmi

  1. 선물, 기증품, 예물
  2. 허용, 면허증, 허가증
  3. 몫, 부분
  1. giving, a gift
  2. license, permission
  3. portion
  4. dose of medicine

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δόσις

선물이

δόσει

선물들이

δόσεις

선물들이

속격 δόσεως

선물의

δόσοιν

선물들의

δόσεων

선물들의

여격 δόσει

선물에게

δόσοιν

선물들에게

δόσεσιν*

선물들에게

대격 δόσιν

선물을

δόσει

선물들을

δόσεις

선물들을

호격 δόσι

선물아

δόσει

선물들아

δόσεις

선물들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔκ τε δὴ τούτων ὁ Ἄρατοσ ἠγαπᾶτο, καὶ διδοὺσ πεῖραν ἔτι μᾶλλον ἥψατο τοῦ βασιλέωσ, καὶ δωρεὰν ἔλαβε τῇ πόλει πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν τάλαντα, καὶ τούτων τεσσαράκοντα μὲν εὐθὺσ μεθ’ ἑαυτοῦ κομίζων εἰσ Πελοπόννησον κατῆρε , τὰ δὲ λοιπὰ διελὼν εἰσ δόσεισ ὁ βασιλεὺσ ὕστερον κατά μέροσ ἀπέστειλεν. (Plutarch, Aratus, chapter 13 4:1)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 13 4:1)

  • διὰ μέσου καὶ πραγματείασ καὶ δόσεισ καὶ χάριτασ ἀμέλει καὶ παιδιάσ, ὥσπερ ἐν δεσμωτηρίῳ κυβευόντων ἢ πεττευόντων, ὑπὲρ κεφαλῆσ τοῦ σχοινίου κρεμαμένου. (Plutarch, De sera numinis vindicta, section 9 13:1)

    (플루타르코스, De sera numinis vindicta, section 9 13:1)

  • παραφυλάττων τοὺσ ἑτοίμωσ καὶ πρὸσ χάριν ὀφλημάτων καὶ τελῶν ἀνέσεισ ἢ δόσεισ οἷσ ἔτυχεν ἐπιψηφιζομένουσ. (Plutarch, Cato the Younger, chapter 18 1:2)

    (플루타르코스, Cato the Younger, chapter 18 1:2)

  • οὐ μὴν ἀνέδην γε πάλιν οὐδ’ ἁπλῶσ τὰσ δόσεισ ἐφῆκεν, ἀλλ’ εἰ μὴ νόσων ἕνεκεν ἢ φαρμάκων ἢ δεσμῶν ἢ ἀνάγκῃ κατασχεθεὶσ ἢ γυναικὶ πιθόμενοσ, εὖ πάνυ καὶ προσηκόντωσ τὸ πεισθῆναι παρὰ τὸ βέλτιστον οὐδὲν ἡγούμενοσ τοῦ βιασθῆναι διαφέρειν, ἀλλ’ εἰσ ταὐτὸ τὴν ἀπάτην τῇ ἀνάγκῃ καὶ τῷ πόνῳ τὴν ἡδονὴν θέμενοσ, ὡσ οὐχ ἧττον ἐκστῆσαι λογισμὸν ἀνθρώπου δυναμένων. (Plutarch, , chapter 21 3:1)

    (플루타르코스, , chapter 21 3:1)

  • γένοσ καὶ διακονικὸν ἐν μέσῳ θεῶν καὶ ἀνθρώπων, εὐχὰσ μὲν ἐπεῖ καὶ δεήσεισ ἀνθρώπων ἀναπέμποντασ, ἐκεῖθεν δὲ μαντεῖα δεῦρο καὶ δόσεισ ἀγαθῶν φέροντασ, Ἐμπεδοκλῆσ δὲ καὶ δίκασ φησὶ διδόναι τοὺσ δαίμονασ ὧν ἂν ἐξαμάρτωσι καὶ πλημμελήσωσιν, αἰθέριον μὲν γάρ σφε μένοσ πόντονδε διώκει, πόντοσ δ’ ἐσ χθονὸσ οὖδασ ἀπέπτυσε, γαῖα δ’ ἐσ αὐγὰσ ἠελίου ἀκάμαντοσ, ὁ δ’ αἰθέροσ ἔμβαλε δίναισ· (Plutarch, De Iside et Osiride, section 26 9:1)

    (플루타르코스, De Iside et Osiride, section 26 9:1)

유의어

  1. 선물

  2. 허용

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION