- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δέησις?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: deēsis 고전 발음: [데에:시] 신약 발음: [대에시]

기본형: δέησις

형태분석: δεησι (어간) + ς (어미)

어원: δέομαι

  1. 간곡한 부탁, 기도, 빌기, 기원, 간청
  1. an entreating, asking: a prayer, entreaty

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δέησις

간곡한 부탁이

δεήσει

간곡한 부탁들이

δεήσεις

간곡한 부탁들이

속격 δεήσεως

간곡한 부탁의

δεήσοιν

간곡한 부탁들의

δεήσεων

간곡한 부탁들의

여격 δεήσει

간곡한 부탁에게

δεήσοιν

간곡한 부탁들에게

δεήσεσι(ν)

간곡한 부탁들에게

대격 δέησιν

간곡한 부탁을

δεήσει

간곡한 부탁들을

δεήσεις

간곡한 부탁들을

호격 δέησι

간곡한 부탁아

δεήσει

간곡한 부탁들아

δεήσεις

간곡한 부탁들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ πᾶσα προσευχὴ καὶ πᾶσα δέησις, ἣ ἐὰν γένηται παντὶ ἀνθρώπῳ καὶ παντὶ λαῷ σου Ἰσραήλ, ἐὰν γνῷ ἄνθρωπος τὴν ἀφὴν αὐτοῦ καὶ τὴν μαλακίαν αὐτοῦ καὶ διαπετάσῃ τὰς χεῖρας αὐτοῦ εἰς τὸν οἶκον τοῦτον, (Septuagint, Liber II Paralipomenon 6:29)

    (70인역 성경, 역대기 하권 6:29)

  • ποικίλη δὲ ἦν τῶν εἰς τοῦτο συλλεγομένων ἡ δέησις ἐπὶ τοῖς ἀνοσίως ὑπ ἐκείνου κατεγχειρουμένοις. (Septuagint, Liber Maccabees III 1:21)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 1:21)

  • ἀφίκοιτό μου ἡ δέησις πρὸς Κύριον, ἔναντι δὲ αὐτοῦ στάζοι μου ὁ ὀφθαλμός. (Septuagint, Liber Iob 16:20)

    (70인역 성경, 욥기 16:20)

  • δέησις πτωχοῦ ἐκ στόματος ἕως ὠτίων αὐτοῦ, καὶ τὸ κρίμα αὐτοῦ κατὰ σπουδὴν ἔρχεται. (Septuagint, Liber Sirach 21:5)

    (70인역 성경, Liber Sirach 21:5)

  • θεραπεύων ἐν εὐδοκίᾳ δεχθήσεται, καὶ ἡ δέησις αὐτοῦ ἕως νεφελῶν συνάψει. (Septuagint, Liber Sirach 35:16)

    (70인역 성경, Liber Sirach 35:16)

  • Ἐγγισάτω ἡ δέησίς μου ἐνώπιόν σου, Κύριε. κατὰ τὸ λόγιόν σου συνέτισόν με. (Septuagint, Liber Psalmorum 118:169)

    (70인역 성경, 시편 118:169)

유의어

  1. 간곡한 부탁

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION