ξεναγός?
2군 변화 명사; 남성
로마알파벳 전사: xenagos
고전 발음: [끄세나고스]
신약 발음: [끄새나고스]
기본형:
ξεναγός
ξεναγοῦ
형태분석:
ξεναγ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- a commander of auxiliary or mercenary troops
- a stranger's guide
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- Σὺ μέν, ὦ Κράτης καὶ Ἀντίσθενες, τοιούτων ἐτύχετε τῶν ξυνοδοιπόρων, ἐμοὶ δὲ Βλεψίας τε ὁ δανειστικὸς ὁ ἐκ Πίσης καὶ Λάμπις ὁ Ἀκαρνὰν ξεναγὸς ὢν καὶ Δᾶμις ὁ πλούσιος ὁ ἐκ Κορίνθου συγκατῄεσαν, ὁ μὲν Δᾶμις ὑπὸ τοῦ παιδὸς ἐκ φαρμάκων ἀποθανών, ὁ δὲ Λάμπις δἰ ἔρωτα Μυρτίου τῆς ἑταίρας ἀποσφάξας ἑαυτόν, ὁ δὲ Βλεψίας λιμῷ ὁ ἄθλιος ἐλέγετο ἀπεσκληκέναι καὶ ἐδήλου δέ γε ὠχρὸς ἐς ὑπερβολὴν καὶ λεπτος ἐς τὸ ἀκριβέστατον φαινόμενος. (Lucian, Dialogi mortuorum, 12:1)
(루키아노스, Dialogi mortuorum, 12:1)
- ξεναγὸς οὗτος ὅστις ἂν θώρακ ἔχῃ φολιδωτὸν ἢ δράκοντα σεσιδηρωμένον, ἐφάνη Βριάρεως: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 20 1:2)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 20 1:2)
- ὁ δὲ πριάμενος ἡγεμὼν τάγματος ἢ ξεναγός ὄργανα καί μηχανὰς τοῦ Εὐμένους παρέχοντος ἐξεπολιόρκει: (Plutarch, chapter 8 5:2)
(플루타르코스, chapter 8 5:2)
- οὐ γάρ πω τότε ἀφέστασαν - ἀλλ οὐδ ἐπεὶ ὁ ξεναγὸς τοὺς προδιαβεβῶτας λαβὼν ἀπολιπὼν αὐτοὺς ᾤχετο, οὐδ ὣς ἀπεστράφησαν, ἀλλ ἡγεμόνα μισθωσάμενοι ἐκ Πρασιῶν, ὄντων τῶν πολεμίων περὶ Ἀμύκλας, ὅπως ἐδύναντο διαδύντες εἰς Σπάρτην ἀφίκοντο. (Xenophon, Hellenica, , chapter 2 4:1)
(크세노폰, Hellenica, , chapter 2 4:1)
유의어
-
a commander of auxiliary or mercenary troops
- ἐπικουρία (an auxiliary or mercenary force)
- εἰλάρχης (a commander of a troop of horse)
- ἰλάρχης (the commander of a troop of horse)
-
a stranger's guide