헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βδελυρός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βδελυρός

어원: bde/w

  1. 메스꺼운, 징그러운, 눈꼴사나운, 역겨운
  1. loathsome, disgusting, brutal

예문

  • οὐχ οὕτωσ ἀσφαλὴσ οὐδὲ ἀφανὴσ βδελυρὸσ εἶ· (Lucian, Pseudologista, (no name) 3:3)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 3:3)

  • ἀναίσχυντοσ εἶ καὶ βδελυρὸσ ὦ προδότα τῆσ πατρίδοσ, ὅστισ ἡμῶν μόνοσ σπεισάμενοσ εἶτα δύνασαι πρὸσ ἔμ’ ἀποβλέπειν. (Aristophanes, Acharnians, Parodos, strophe 16)

    (아리스토파네스, Acharnians, Parodos, strophe 16)

  • ἀλλ’ οὐχὶ νῦν ὁ βδελυρὸσ ἔτι τὸν νοῦν ἔχει τὸν αὐτόν, ἀλλὰ πολὺ μεθέστηκεν πάνυ. (Aristophanes, Plutus, Episode29)

    (아리스토파네스, Plutus, Episode29)

  • νῦν οὖν ἀτεχνῶσ ὅ τι βούλονται τουτὶ τοὐμὸν σῶμ’ αὐτοῖσιν παρέχω, τύπτειν πεινῆν διψῆν αὐχμεῖν ῥιγῶν ἀσκὸν δείρειν, εἴπερ τὰ χρέα διαφευξοῦμαι, τοῖσ τ’ ἀνθρώποισ εἶναι δόξω θρασὺσ εὔγλωττοσ τολμηρὸσ ἴτησ βδελυρὸσ ψευδῶν συγκολλητὴσ εὑρησιεπὴσ περίτριμμα δικῶν κύρβισ κρόταλον κίναδοσ τρύμη μάσθλησ εἴρων γλοιὸσ ἀλαζὼν κέντρων μιαρὸσ στρόφισ ἀργαλέοσ ματιολοιχόσ· (Aristophanes, Clouds, Choral, anapests 2:3)

    (아리스토파네스, Clouds, Choral, anapests 2:3)

  • ἔμοιγέ τοι τυροῦ κάκιστον ἀρτίωσ ἐνήρυγεν ὁ βδελυρὸσ οὗτοσ. (Aristophanes, Wasps, Episode 1:11)

    (아리스토파네스, Wasps, Episode 1:11)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION