- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Ἀχαιός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: Achaios 고전 발음: [아카] 신약 발음: [아캐오]

기본형: Ἀχαιός Ἀχαιά Ἀχαιόν

형태분석: Ἀχαι (어간) + ος (어미)

  1. 그리스인, 그리스의
  1. Achaean, from the region of Achaea in Greece.
  2. (Homeric) Greek

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 Ἀχαιός

(이)가

Ἀχαιά

(이)가

Ἀχαιόν

(것)가

속격 Ἀχαιοῦ

(이)의

Ἀχαιᾶς

(이)의

Ἀχαιοῦ

(것)의

여격 Ἀχαιῷ

(이)에게

Ἀχαιᾷ

(이)에게

Ἀχαιῷ

(것)에게

대격 Ἀχαιόν

(이)를

Ἀχαιάν

(이)를

Ἀχαιόν

(것)를

호격 Ἀχαιέ

(이)야

Ἀχαιά

(이)야

Ἀχαιόν

(것)야

쌍수주/대/호 Ἀχαιώ

(이)들이

Ἀχαιά

(이)들이

Ἀχαιώ

(것)들이

속/여 Ἀχαιοῖν

(이)들의

Ἀχαιαῖν

(이)들의

Ἀχαιοῖν

(것)들의

복수주격 Ἀχαιοί

(이)들이

Ἀχαιαί

(이)들이

Ἀχαιά

(것)들이

속격 Ἀχαιῶν

(이)들의

Ἀχαιῶν

(이)들의

Ἀχαιῶν

(것)들의

여격 Ἀχαιοῖς

(이)들에게

Ἀχαιαῖς

(이)들에게

Ἀχαιοῖς

(것)들에게

대격 Ἀχαιούς

(이)들을

Ἀχαιάς

(이)들을

Ἀχαιά

(것)들을

호격 Ἀχαιοί

(이)들아

Ἀχαιαί

(이)들아

Ἀχαιά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ μὴν ἀλλ ἐπειδήπερ εἰς ἀκμὴν κατέστη, πάντες οἱ ἄριστοι τῶν Ἀχαιῶν ἐπὶ τὴν μνηστείαν ἀπήντησαν, προεκρίθη δὲ Μενέλεως τοῦ Πελοπιδῶν γένους. (Lucian, Dearum judicium, (no name) 14:4)

    (루키아노스, Dearum judicium, (no name) 14:4)

  • τοιγαροῦν οὕτω κατεδυσώπησεν αὐτὸν ἐκ τῶν λόγων, ὥστε ἁρπασάμενος τὰ τόξα καὶ ἐπὶ τοῦ ναυστάθμου καθίσας ἑαυτὸν κατετόξευσε τῷ λοιμῷ τοὺς Ἀχαιοὺς αὐταῖς ἡμιόνοις καὶ κυσίν. (Lucian, De sacrificiis, (no name) 3:2)

    (루키아노스, De sacrificiis, (no name) 3:2)

  • καὶ γαστέρι δ οὔπως ἐστὶ νέκυν πενθῆσαι Ἀχαιούς. (Lucian, (no name) 22:5)

    (루키아노스, (no name) 22:5)

  • ἐγὼ δὲ οὔτε ἐκείνοις πείθομαι οὔτε Ἀχαιῶν Αἰγιεῦσιν ὑποβολιμαῖόν σε εἶναι φάσκουσιν ἃ δὲ μάλιστα ἐλεγχθῆναι δεῖν ἡγοῦμαι, ταῦτα ἐρῶ. (Lucian, Deorum concilium, (no name) 6:11)

    (루키아노스, Deorum concilium, (no name) 6:11)

  • καὶ εἴ γε ἀληθής ἐστιν ὁ περὶ τοῦ Παλαμήδους λόγος, ὁ συνετώτατος τῶν Ἀχαιῶν κἀν τοῖς ἄλλοις ἄριστος τὴν ἐπιβουλὴν καὶ ἐνέδραν ὑπὸ φθόνου φαίνεται συντεθεικὼς κατὰ ἀνδρὸς ὁμαίμου καὶ φίλου καὶ ἐπὶ τὸν αὐτὸν κίνδυνον ἐκπεπλευκότος: (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 28:1)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 28:1)

  • ὁ δὲ Ἀχαιός, ἥκω πεπραγὼς δεινά, σὺ δ᾿ ὑγίαινέ μοι: (Lucian, Pro lapsu inter salutandum 14:6)

    (루키아노스, Pro lapsu inter salutandum 14:6)

  • ὃν συμπονήσας καὶ συνεξελὼν δορὶ γάμων Κρεούσης ἀξίωμ ἐδέξατο, οὐκ ἐγγενὴς ὤν, Αἰόλου δὲ τοῦ Διὸς γεγὼς Ἀχαιός. (Euripides, Ion, episode 5:5)

    (에우리피데스, Ion, episode 5:5)

  • ὁ δεύτερος Ἀχαιός, ὃς γῆς παραλίας Ῥίου πέλας τύραννος ἔσται, κἀπισημανθήσεται κείνου κεκλῆσθαι λαὸς ὄνομ ἐπώνυμος. (Euripides, Ion, episode, iambic 3:10)

    (에우리피데스, Ion, episode, iambic 3:10)

  • Ἀχαιὸς δὲ τὸν Βίβλινον: (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 56 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 56 2:1)

  • Ἀχαιὸς δ ἐν Λίνῳ περὶ τῶν Σατύρων λέγων φησὶν ῥιπτοῦντες, ἐκβάλλοντες, ἀγνύντες, τί μ οὐ λέγοντες· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 6 2:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 6 2:4)

유의어

  1. 그리스인

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION