- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀποστασία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: apostasiā 고전 발음: [아뽀따시아:] 신약 발음: [아뽀따시아]

기본형: ἀποστασία ἀποστασίας

형태분석: ἀποστασι (어간) + α (어미)

어원: ἀπόστασις의 후기 형태

  1. 반란, 반역, 난, 폭동
  2. 출발, 떠남
  1. defection, revolt, rebellion (especially in the religious sense: apostasy)
  2. departure

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἀποστασία

반란이

ἀποστασία

반란들이

ἀποστασίαι

반란들이

속격 ἀποστασίας

반란의

ἀποστασίαιν

반란들의

ἀποστασιῶν

반란들의

여격 ἀποστασίᾳ

반란에게

ἀποστασίαιν

반란들에게

ἀποστασίαις

반란들에게

대격 ἀποστασίαν

반란을

ἀποστασία

반란들을

ἀποστασίας

반란들을

호격 ἀποστασία

반란아

ἀποστασία

반란들아

ἀποστασίαι

반란들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ Θεὸς Θεὸς Κύριός ἐστι, καὶ ὁ Θεὸς Θεὸς αὐτὸς οἶδε, καὶ Ἰσραὴλ αὐτὸς γνώσεται. εἰ ἐν ἀποστασίᾳ ἐπλημμελήσαμεν ἔναντι τοῦ Κυρίου, μὴ ρύσαιτο ἡμᾶς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ. (Septuagint, Liber Iosue 22:22)

    (70인역 성경, 여호수아기 22:22)

  • καὶ πάντα τὰ σκεύη, ἃ ἐμίανεν ὁ βασιλεὺς Ἄχαζ ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ ἐν τῇ ἀποστασίᾳ αὐτοῦ, ἡτοιμάκαμεν καὶ ἡγνίκαμεν, ἰδού ἐστιν ἐναντίον τοῦ θυσιαστηρίου Κυρίου. (Septuagint, Liber II Paralipomenon 29:19)

    (70인역 성경, 역대기 하권 29:19)

  • παιδεύσει σε ἡ ἀποστασία σου, καὶ ἡ κακία σου ἐλέγξει σε. καὶ γνῶθι καὶ ἰδέ, ὅτι πικρόν σοι τὸ καταλιπεῖν σε ἐμέ, λέγει Κύριος ὁ Θεός σου. καὶ οὐκ εὐδόκησα ἐπὶ σοί, λέγει Κύριος ὁ Θεός σου. (Septuagint, Liber Ieremiae 2:18)

    (70인역 성경, 예레미야서 2:18)

유의어

  1. 반란

  2. 출발

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION