헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀπαραίτητος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀπαραίτητος ἀπαραίτητη ἀπαραίτητον

형태분석: ἀ (접두사) + παραιτητ (어간) + ος (어미)

어원: paraite/w

  1. 몹시 엄격한, 냉혹한, 가혹한
  2. 불가피한, 피할 수 없는, 피할수 없는
  1. not to be moved by prayer, inexorable
  2. not to be averted by prayers, inevitable, unmerciful

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀπαραίτητος

몹시 엄격한 (이)가

ἀπαραίτήτη

몹시 엄격한 (이)가

ἀπαραίτητον

몹시 엄격한 (것)가

속격 ἀπαραιτήτου

몹시 엄격한 (이)의

ἀπαραίτήτης

몹시 엄격한 (이)의

ἀπαραιτήτου

몹시 엄격한 (것)의

여격 ἀπαραιτήτῳ

몹시 엄격한 (이)에게

ἀπαραίτήτῃ

몹시 엄격한 (이)에게

ἀπαραιτήτῳ

몹시 엄격한 (것)에게

대격 ἀπαραίτητον

몹시 엄격한 (이)를

ἀπαραίτήτην

몹시 엄격한 (이)를

ἀπαραίτητον

몹시 엄격한 (것)를

호격 ἀπαραίτητε

몹시 엄격한 (이)야

ἀπαραίτήτη

몹시 엄격한 (이)야

ἀπαραίτητον

몹시 엄격한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀπαραιτήτω

몹시 엄격한 (이)들이

ἀπαραίτήτᾱ

몹시 엄격한 (이)들이

ἀπαραιτήτω

몹시 엄격한 (것)들이

속/여 ἀπαραιτήτοιν

몹시 엄격한 (이)들의

ἀπαραίτήταιν

몹시 엄격한 (이)들의

ἀπαραιτήτοιν

몹시 엄격한 (것)들의

복수주격 ἀπαραίτητοι

몹시 엄격한 (이)들이

ἀπαραί́τηται

몹시 엄격한 (이)들이

ἀπαραίτητα

몹시 엄격한 (것)들이

속격 ἀπαραιτήτων

몹시 엄격한 (이)들의

ἀπαραίτητῶν

몹시 엄격한 (이)들의

ἀπαραιτήτων

몹시 엄격한 (것)들의

여격 ἀπαραιτήτοις

몹시 엄격한 (이)들에게

ἀπαραίτήταις

몹시 엄격한 (이)들에게

ἀπαραιτήτοις

몹시 엄격한 (것)들에게

대격 ἀπαραιτήτους

몹시 엄격한 (이)들을

ἀπαραίτήτᾱς

몹시 엄격한 (이)들을

ἀπαραίτητα

몹시 엄격한 (것)들을

호격 ἀπαραίτητοι

몹시 엄격한 (이)들아

ἀπαραί́τηται

몹시 엄격한 (이)들아

ἀπαραίτητα

몹시 엄격한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀρνούμενοι γάρ σε εἰδέναι ἀσεβεῖσ, ἐν ἰσχύϊ βραχίονόσ σου ἐμαστιγώθησαν, ξένοισ ὑετοῖσ καὶ χαλάζαισ καὶ ὄμβροισ διωκόμενοι ἀπαραιτήτοισ καὶ πυρὶ καταναλισκόμενοι. (Septuagint, Liber Sapientiae 16:16)

    (70인역 성경, 지혜서 16:16)

  • ὡσ οὖν εἶδε προσιούσασ τὰσ γυναῖκασ, ἐθαύμασεν ἐπιγνοὺσ δὲ τὴν μητέρα πρώτην βαδίζουσαν ἐβούλετο μὲν ἐμμένειν τοῖσ ἀτρέπτοισ ἐκείνοισ καὶ ἀπαραιτήτοισ λογισμοῖσ, γενόμενοσ δὲ τοῦ πάθουσ ἐλάττων καὶ συνταραχθεὶσ πρὸσ τὴν ὄψιν οὐκ ἔτλη καθεζομένῳ προσελθεῖν, ἀλλὰ καταβὰσ θᾶττον ἢ βάδην καὶ ἀπαντήσασ πρώτην μὲν ἠσπάσατο τὴν μητέρα καὶ πλεῖστον χρόνον, εἶτα δὲ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα, μήτε δακρύων ἔτι μήτε τοῦ φιλοφρονεῖσθαι φειδόμενοσ, ἀλλ’ ὥσπερ ὑπὸ ῥεύματοσ φέρεσθαι τοῦ πάθουσ ἑαυτὸν ἐνδεδωκώσ. (Plutarch, Lives, chapter 34 2:1)

    (플루타르코스, Lives, chapter 34 2:1)

  • σφόδρα γὰρ ἔσπευδε μὴ δι’ ὁμολογίασ τὴν Σιδῶνα παραλαβεῖν, ὅπωσ ἀπαραιτήτοισ συμφοραῖσ περιβαλὼν τοὺσ Σιδωνίουσ τῇ τούτων τιμωρίᾳ καταπλήξηται τὰσ ἄλλασ πόλεισ. (Diodorus Siculus, Library, book xvi, chapter 45 2:3)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xvi, chapter 45 2:3)

  • προτεθείσησ οὖν βουλῆσ τῶν ἀλλοτρίωσ διακειμένων τοῖσ Θηβαίοισ τινὲσ ἐπεχείρουν συμβουλεύειν ἀπαραιτήτοισ τιμωρίαισ δεῖν περιβαλεῖν αὐτούσ, ἀπεδείκνυον δ’ αὐτοὺσ τὰ τῶν βαρβάρων πεφρονηκότασ κατὰ τῶν Ἑλλήνων· (Diodorus Siculus, Library, book xvii, chapter 7 58:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xvii, chapter 7 58:1)

유의어

  1. 몹시 엄격한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION