ἀνεψιός?
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사: anepsios
고전 발음: [아넵시오스]
신약 발음: [아냅시오스]
기본형:
ἀνεψιός
ἀνεψιοῦ
형태분석:
ἀνεψι
(어간)
+
ος
(어미)
어원: From α euphon. or 계사 α , and ΝΕΠ, whence also Lat. nepos, neptis.
뜻
- 사촌, 여사촌, 삼촌의 딸
- a first-cousin, cousin
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ ἐγένοντο Θερσὰ καὶ Ἐγλὰ καὶ Μελχὰ καὶ Νούα καὶ Μαλαὰ θυγατέρες Σαλπαὰδ τοῖς ἀνεψιοῖς αὐτῶν. (Septuagint, Liber Numeri 36:11)
(70인역 성경, 민수기 36:11)
- καὶ εἶπε Ραγουὴλ Ἔδνᾳ τῇ γυναικὶ αὐτοῦ. ὡς ὅμοιος ὁ νεανίσκος Τωβὶτ τῷ ἀνεψιῷ μου; (Septuagint, Liber Thobis 7:2)
(70인역 성경, 토빗기 7:2)
- καὶ τὸ πρᾶγμα γελοιότατόν ἐστιν, ὁπόταν τις ἄφνω ἀκούσῃ ὅτι ὁ Ἡρακλῆς μὲν θεὸς ἀπεδείχθη, ὁ δὲ Εὐρυσθεύς, ὃς ἐπέταττεν αὐτῷ, τέθνηκεν, καὶ πλησίον Ἡρακλέους νεὼς οἰκέτου ὄντος καὶ Εὐρυσθέως τάφος τοῦ δεσπότου αὐτοῦ, καὶ πάλιν ἐν Θήβαις Διόνυσος μὲν θεός, οἱ δ ἀνεψιοὶ αὐτοῦ ὁ Πενθεὺς καὶ ὁ Ἀκταίων καὶ ὁ Λέαρχος ἀνθρώπων ἁπάντων κακοδαιμονέστατοι. (Lucian, Deorum concilium, (no name) 7:1)
(루키아노스, Deorum concilium, (no name) 7:1)
- ἀλλ ὀλίγου δεῖν ὑπὸ τῶν Κυνικῶν ἐγώ σοι διεσπάσθην ὥσπερ ὁ Ἀκταίων ὑπὸ τῶν κυνῶν ἢ ὁ ἀνεψιὸς αὐτοῦ ὁ Πενθεὺς ὑπὸ τῶν Μαινάδων. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 3:4)
(루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 3:4)
- Μεγακλῆς γὰρ αὐτὸν ὁ σὸς ἀνεψιὸς παραλήψεται. (Lucian, Cataplus, (no name) 8:16)
(루키아노스, Cataplus, (no name) 8:16)
- ἀνεψιὸς ἦν αὐτῷ πλούσιος ἐς ὑπερβολήν, Δριμύλος τοὔνομα. (Lucian, Gallus, (no name) 14:9)
(루키아노스, Gallus, (no name) 14:9)
- ἀνεψιός γε, μόνος ἐμοὶ σαφὴς φίλος. (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 1:15)
(에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 1:15)
- Μοίριχον τὸν πλούσιον ἐγίνωσκες, ὦ Διόγενες, τὸν πάνυ πλούσιον, τὸν ἐκ Κορίνθου, τὸν τὰς πολλὰς ὁλκάδας ἔχοντα, οὗ ἀνεψιὸς Ἀριστέας, πλούσιος καὶ αὐτὸς ὤν· (Lucian, Dialogi mortuorum, 1:1)
(루키아노스, Dialogi mortuorum, 1:1)