헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνεξέταστος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀνεξέταστος ἀνεξέταστη ἀνεξέταστον

형태분석: ἀ (접두사) + νεξεταστ (어간) + ος (어미)

어원: e)ceta/zw

  1. not inquired into or examined
  2. uninquiring

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀνεξέταστος

(이)가

ἀνεξέτάστη

(이)가

ἀνεξέταστον

(것)가

속격 ἀνεξετάστου

(이)의

ἀνεξέτάστης

(이)의

ἀνεξετάστου

(것)의

여격 ἀνεξετάστῳ

(이)에게

ἀνεξέτάστῃ

(이)에게

ἀνεξετάστῳ

(것)에게

대격 ἀνεξέταστον

(이)를

ἀνεξέτάστην

(이)를

ἀνεξέταστον

(것)를

호격 ἀνεξέταστε

(이)야

ἀνεξέτάστη

(이)야

ἀνεξέταστον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀνεξετάστω

(이)들이

ἀνεξέτάστᾱ

(이)들이

ἀνεξετάστω

(것)들이

속/여 ἀνεξετάστοιν

(이)들의

ἀνεξέτάσταιν

(이)들의

ἀνεξετάστοιν

(것)들의

복수주격 ἀνεξέταστοι

(이)들이

ἀνεξέ́τασται

(이)들이

ἀνεξέταστα

(것)들이

속격 ἀνεξετάστων

(이)들의

ἀνεξέταστῶν

(이)들의

ἀνεξετάστων

(것)들의

여격 ἀνεξετάστοις

(이)들에게

ἀνεξέτάσταις

(이)들에게

ἀνεξετάστοις

(것)들에게

대격 ἀνεξετάστους

(이)들을

ἀνεξέτάστᾱς

(이)들을

ἀνεξέταστα

(것)들을

호격 ἀνεξέταστοι

(이)들아

ἀνεξέ́τασται

(이)들아

ἀνεξέταστα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὔκουν ἡγεῖτο ἀδίκαστον γίγνεσθαι τὸ πρᾶγμα οὐδ’ ἐξ ἐρήμησ τοὺσ παῖδασ εὐθὺσ ἁλίσκεσθαι, ἀλλὰ καὶ ὕδωρ ἐγχεῖται καὶ λόγοσ ἀποδίδοται καὶ ἀνεξέταστον οὐδὲν καταλείπεται. (Lucian, Abdicatus, (no name) 8:4)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 8:4)

  • τοῦτο τοίνυν ὑπερβὰσ ὁ πατὴρ καὶ ὅλον ἀνεξέταστον καταλιπὼν ἀξιοῖ πᾶσαν μανίαν τὴν ἐν ἅπαντι σώματι ὁμοίαν εἶναι καὶ τὴν θεραπείαν ἴσην. (Lucian, Abdicatus, (no name) 27:7)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 27:7)

  • ἐπεὶ δ’ οἱ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων διὰ τὴν αὐτῶν ἄνοιαν ὑπὸ τῶν τοιούτων ἁλίσκονται λόγων μᾶλλον ἢ τῶν μετά τινοσ σπουδῆσ γεγραμμένων, καὶ χαίρουσι μὲν ταῖσ λοιδορίαισ, ἄχθονται δὲ τοῖσ ἐπαίνοισ, ἀναγκαῖον ἡγησάμην εἶναι μηδὲ τοῦτον ἀνεξέταστον καταλιπεῖν κατηγορίαν ἡμῶν ἄντικρυσ ὡσ ἐν δίκῃ γεγραφότα. (Flavius Josephus, Contra Apionem, 5:1)

    (플라비우스 요세푸스, Contra Apionem, 5:1)

  • οὐδὲν γὰρ τούτων ἀνεξέταστον οὐδὲ ἀόριστον παρέλιπεν. (Flavius Josephus, Contra Apionem, 122:2)

    (플라비우스 요세푸스, Contra Apionem, 122:2)

  • ἔπειτα δ’ ἐν ταῖσ διαλλαγαῖσ ἑστιωμένων ἁπάντων οἰκέτησ Καίσαροσ κουρεύσ, διὰ δειλίαν, ᾗ πάντασ ἀνθρώπουσ ὑπερέβαλεν, οὐδὲν ἐῶν ἀνεξέταστον, ἀλλ’ ὠτακουστῶν καὶ πολυπραγμονῶν, συνῆκεν ἐπιβουλὴν Καίσαρι πραττομένην ὑπ’ Ἀχιλλᾶ τοῦ στρατηγοῦ καὶ Ποθεινοῦ τοῦ εὐνούχου, φωράσασ δὲ ὁ Καῖσαρ φρουρὰν μὲν περιέστησε τῷ ἀνδρῶνι , τὸν δὲ Ποθεινὸν ἀνεῖλεν ὁ δὲ Ἀχιλλᾶσ φυγὼν εἰσ τὸ στρατόπεδον περιΐστησιν αὐτῷ βαρὺν καὶ δυσμεταχείριστον πόλεμον, ὀλιγοστῷ τοσαύτην ἀμυνομένῳ πόλιν καὶ δύναμιν. (Plutarch, Caesar, chapter 49 2:1)

    (플루타르코스, Caesar, chapter 49 2:1)

유의어

  1. not inquired into or examined

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION