- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐξεταστικός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: exetastikos 고전 발음: [엑세따띠꼬] 신약 발음: [액새따띠꼬]

기본형: ἐξεταστικός ἐξεταστική ἐξεταστικόν

형태분석: ἐξεταστικ (어간) + ος (어미)

  1. capable of examining into, inquiring
  2. the salary of an e)cetasth/s

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἐξεταστικός

(이)가

ἐξεταστική

(이)가

ἐξεταστικόν

(것)가

속격 ἐξεταστικοῦ

(이)의

ἐξεταστικῆς

(이)의

ἐξεταστικοῦ

(것)의

여격 ἐξεταστικῷ

(이)에게

ἐξεταστικῇ

(이)에게

ἐξεταστικῷ

(것)에게

대격 ἐξεταστικόν

(이)를

ἐξεταστικήν

(이)를

ἐξεταστικόν

(것)를

호격 ἐξεταστικέ

(이)야

ἐξεταστική

(이)야

ἐξεταστικόν

(것)야

쌍수주/대/호 ἐξεταστικώ

(이)들이

ἐξεταστικά

(이)들이

ἐξεταστικώ

(것)들이

속/여 ἐξεταστικοῖν

(이)들의

ἐξεταστικαῖν

(이)들의

ἐξεταστικοῖν

(것)들의

복수주격 ἐξεταστικοί

(이)들이

ἐξεταστικαί

(이)들이

ἐξεταστικά

(것)들이

속격 ἐξεταστικῶν

(이)들의

ἐξεταστικῶν

(이)들의

ἐξεταστικῶν

(것)들의

여격 ἐξεταστικοῖς

(이)들에게

ἐξεταστικαῖς

(이)들에게

ἐξεταστικοῖς

(것)들에게

대격 ἐξεταστικούς

(이)들을

ἐξεταστικάς

(이)들을

ἐξεταστικά

(것)들을

호격 ἐξεταστικοί

(이)들아

ἐξεταστικαί

(이)들아

ἐξεταστικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Κριτικῆς τινος, ὦ θαυμάσιε, καὶ ἐξεταστικῆς παρασκευῆς καὶ νοῦ ὀξέος καὶ διανοίας ἀκριβοῦς καὶ ἀδεκάστου, οἱάν χρὴ εἶναι τὴν περὶ τῶν τηλικούτων δικάσουσαν, ἢ μάτην ἂν ἅπαντα ἑωραμένα εἰή. (Lucian, 131:3)

    (루키아노스, 131:3)

  • τὸ δὲ ἀντὶ τῶν δεικτικῶν τὰ ἐξεταστικὰ παραλαμβάνειν τῆς ἀφελείας, οἱο῀ν δεικτικὸν ἐνάργειαν ἔχον, ἐκεῖνος γὰρ ἄρχων μὲν παμπόλλων ἐν τῇ ἠπείρῳ πόλεων, ἄρχων δὲ καὶ νήσων. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , chapter 13 14:4)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , chapter 13 14:4)

  • τὸν δὲ ἐπιμελητικοὺς βουλόμενον ποιήσασθαί τινας καὶ ἐφορατικὸν δεῖ εἶναι τῶν ἔργων καὶ ἐξεταστικὸν καὶ χάριν θέλοντα τῶν καλῶς τελουμένων ἀποδιδόναι τῷ αἰτίῳ, καὶ δίκην μὴ ὀκνοῦντα τὴν ἀξίαν ἐπιθεῖναι τῷ ἀμελοῦντι. (Xenophon, Works on Socrates, , chapter 12 20:3)

    (크세노폰, Works on Socrates, , chapter 12 20:3)

  • τεκτονικὸν μὲν γὰρ ἢ χαλκευτικὸν ἢ γεωργικὸν ἢ ἀνθρώπων ἀρχικὸν ἢ τῶν τοιούτων ἔργων ἐξεταστικὸν ἢ λογιστικὸν ἢ οἰκονομικὸν ἢ στρατηγικὸν γενέσθαι, πάντα τὰ τοιαῦτα μαθήματα καὶ ἀνθρώπου γνώμῃ αἱρετὰ ἐνόμιζεν εἶναι: (Xenophon, Memorabilia, , chapter 1 9:2)

    (크세노폰, Memorabilia, , chapter 1 9:2)

  • καὶ τὰ μὲν προσιόντα τῇ πόλει πάντα, καὶ ἃ νῦν ἐκ τῶν ἰδίων παραναλίσκετ εἰς οὐδὲν δέον καὶ ὅς ἐκ τῶν συμμάχων ὑπάρχει, λαμβάνειν ὑμᾶς φημὶ χρῆναι τὸ ἴσον ἕκαστον, τοὺς μὲν ἐν ἡλικίᾳ στρατιωτικόν, τοὺς δ ὑπὲρ τὸν κατάλογον ἐξεταστικὸν ἢ ὅπως ἄν τις ὀνομάσαι τοῦτο, στρατεύεσθαι δ αὐτοὺς καὶ μηδενὶ τούτου παραχωρεῖν, ἀλλὰ τὴν δύναμιν τῆς πόλεως οἰκείαν εἶναι, κατεσκευασμένην ἀπὸ τούτων, ἵν ἅμ εὐπορῆτε καὶ τὰ δέοντα ποιῆτε, καὶ τὸν στρατηγὸν ἡγεῖσθαι ταύτης, ἵν ὑμῖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, μὴ τοιαῦθ οἱά῀περ νυνὶ συμβαίνῃ: (Demosthenes, Speeches 11-20, 5:1)

    (데모스테네스, Speeches 11-20, 5:1)

유의어

  1. capable of examining into

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION