헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

αἵμων

3군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: αἵμων

형태분석: αἱμων (어간) + ς (어미)

어원: = dah/mwn,

  1. 열망, 갈망
  2. 유혈의
  1. eager, skilful in
  2. bloody

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 αἵμων

열망이

αί̔μονε

열망들이

αί̔μονες

열망들이

속격 αί̔μονος

열망의

αἱμόνοιν

열망들의

αἱμόνων

열망들의

여격 αί̔μονι

열망에게

αἱμόνοιν

열망들에게

αί̔μοσιν*

열망들에게

대격 αί̔μονα

열망을

αί̔μονε

열망들을

αί̔μονας

열망들을

호격 αί̔μως

열망아

αί̔μονε

열망들아

αί̔μονες

열망들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • γάμουσ δ’ ἀδελφῆσ Ἀντιγόνησ παιδόσ τε σοῦ Αἵμονοσ, ἐάν τι τῆσ τύχησ ἐγὼ σφαλῶ, σοὶ χρὴ μέλεσθαι· (Euripides, Phoenissae, episode 1:22)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 1:22)

  • Αἵμονοσ μὲν οὖν γάμοι σφαγὰσ ἀπείργουσ’. (Euripides, Phoenissae, episode 3:2)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 3:2)

  • σὺ δ’ ἐκλιποῦσα τριπτύχουσ θρήνουσ νεκρῶν κόμιζε σαυτήν, Ἀντιγόνη, δόμων ἔσω καὶ παρθενεύου τὴν ἰοῦσαν ἡμέραν μένουσ’, ἐν ᾗ σε λέκτρον Αἵμονοσ μένει. (Euripides, Phoenissae, episode, iambic 3:6)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode, iambic 3:6)

  • ἀλλὰ πρόσπολοι, ἴτ’ ἆσσον ὠκεῖσ καὶ παραστάντεσ τάφῳ ἀθρήσαθ’, ἁρμὸν χώματοσ λιθοσπαδῆ δύντεσ πρὸσ αὐτὸ στόμιον, εἰ τὸν Αἵμονοσ φθόγγον συνίημ’ ἢ θεοῖσι κλέπτομαι. (Sophocles, Antigone, episode 1:15)

    (소포클레스, Antigone, episode 1:15)

  • πολλῶν δὲ ἀπολομένων, καὶ τὸ τελευταῖον Αἵμονοσ τοῦ Κρέοντοσ, κηρύσσει Κρέων τῷ τὸ αἴνιγμα λύσοντι καὶ τὴν βασιλείαν καὶ τὴν Λαί̈ου δώσειν γυναῖκα. (Apollodorus, Library and Epitome, book 3, chapter 5 8:8)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book 3, chapter 5 8:8)

유의어

  1. 열망

  2. 유혈의

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION