헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Θρᾷξ

3군 변화 명사; 남성 고유 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Θρᾷξ Θρᾳκός

형태분석: Θρᾳκ (어간) + ς (어미)

  1. 트라키아 사람
  1. an inhabitant of Thrace; a Thracian

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 Θρᾷξ

트라키아 사람이

Θρᾴκε

트라키아 사람들이

Θρᾴκες

트라키아 사람들이

속격 Θρᾳκός

트라키아 사람의

Θρᾳκοῖν

트라키아 사람들의

Θρᾳκῶν

트라키아 사람들의

여격 Θρᾳκί

트라키아 사람에게

Θρᾳκοῖν

트라키아 사람들에게

Θρᾳξίν*

트라키아 사람들에게

대격 Θρᾴκα

트라키아 사람을

Θρᾴκε

트라키아 사람들을

Θρᾴκας

트라키아 사람들을

호격 Θρᾴξ

트라키아 사람아

Θρᾴκε

트라키아 사람들아

Θρᾴκες

트라키아 사람들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Καὶ μὴν οὗτόσ γε ὁ θηλυμίτρησ, ὁ ἁβρότεροσ τῶν γυναικῶν οὐ μόνον, ὦ Ἥρα, τὴν Λυδίαν ἐχειρώσατο καὶ τοὺσ κατοικοῦντασ τὸν Τμῶλον ἔλαβε καὶ τοὺσ Θρᾷκασ ὑπηγάγετο, ἀλλὰ καὶ ἐπ̓ Ἰνδοὺσ ἐλάσασ τῷ γυναικείῳ τούτῳ στρατιωτικῷ τούσ τε ἐλέφαντασ εἷλε καὶ τῆσ χώρασ ἐκράτησε καὶ τὸν βασιλέα πρὸσ ὀλίγον ἀντιστῆναι τολμήσαντα αἰχμάλωτον ἀπήγαγε, καὶ ταῦτα πάντα ἔπραξεν ὀρχούμενοσ ἅμα καὶ χορεύων θύρσοισ χρώμενοσ κιττίνοισ, μεθύων, ὡσ φήσ, καὶ ἐνθεάζων. (Lucian, Dialogi deorum, 1:2)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 1:2)

  • ταῖσ δὲ δὴ ἐμβολοειδέσι τάξεσι Σκύθασ κεχρῆσθαι μάλιστα ἀκούομεν, καὶ Θρᾷκασ, ἀπὸ Σκυθῶν μαθόντασ. (Arrian, chapter 16 9:1)

    (아리아노스, chapter 16 9:1)

  • νὴ Δί’, οὐ γὰρ ἦν τῶν Ἑλλήνων ἴδιον, ἀλλά ποθεν ἐπεισκωμάσαν αὐτοῖσ ἀπὸ τῆσ πρὸσ Κελτοὺσ ἢ Θρᾷκασ ἢ Σκύθασ ἐπιμιξίασ, σὺ δὲ ‐ ἅπαντα γὰρ οἶσθα τὰ τῶν Ἀθηναίων ‐ ἐξέκλεισασ τοῦτο εὐθὺσ καὶ ἐξεκήρυξασ τοῦ Ἑλληνικοῦ, καὶ ὁ γέλωσ ἐπὶ τούτῳ, ὅτι βαρβαρίζω καὶ ξενίζω καὶ ὑπερβαίνω τοὺσ ὁρ́ουσ τοὺσ Ἀττικούσ. (Lucian, Pseudologista, (no name) 8:2)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 8:2)

  • τοὺσ Θρᾷκασ ἀπιέναι, παρεῖναι δ’ εἰσ ἔνην. (Aristophanes, Acharnians, Prologue 6:1)

    (아리스토파네스, Acharnians, Prologue 6:1)

  • τοὺσ Θρᾷκασ, ὦ Παρμένων· (Lucian, Dialogi meretricii, 5:4)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 5:4)

유의어

  1. 트라키아 사람

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION