- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Αἰθίοψ?

3군 변화 명사; 남성 고유 로마알파벳 전사: Aithiops 고전 발음: [티옵] 신약 발음: [애티옵]

기본형: Αἰθίοψ Αἰθίοπος

형태분석: Αἰθιοπ (어간) + ς (어미)

어원: αἴθω, ὄψ

  1. 에티오피아 사람, 에티오피아인
  1. Ethiopian

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 Αἰθίοψ

에티오피아 사람이

Αἰθίοπε

에티오피아 사람들이

Αἰθίοπες

에티오피아 사람들이

속격 Αἰθίοπος

에티오피아 사람의

Αἰθιόποιν

에티오피아 사람들의

Αἰθιόπων

에티오피아 사람들의

여격 Αἰθίοπι

에티오피아 사람에게

Αἰθιόποιν

에티오피아 사람들에게

Αἰθίοψι(ν)

에티오피아 사람들에게

대격 Αἰθίοπα

에티오피아 사람을

Αἰθίοπε

에티오피아 사람들을

Αἰθίοπας

에티오피아 사람들을

호격 Αἰθίοψ

에티오피아 사람아

Αἰθίοπε

에티오피아 사람들아

Αἰθίοπες

에티오피아 사람들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "καὶ γυνή τις Ἑλληνὶς τεκοῦσα βρέφος μέλαν, εἶτα κρινομένη μοιχείας ἐξανεῦρεν αὑτὴν Αἰθίοπος οὖσαν γενεὰν τετάρτην: (Plutarch, De sera numinis vindicta, section 2111)

    (플루타르코스, De sera numinis vindicta, section 2111)

  • "τὴν μὲν τοῦ Αἰθίοπος ἐπίταξιν οὐδὲν ἄν τις ἄλλο πλὴν ἀχνυμένην σκυτάλην προσείποι κατ Ἀρχίλοχον, ὁ δὲ σὸς ξένος Ἄμασις ἡμερώτερος ἐν τοῖς τοιούτοις προβλήμασι καὶ μουσικώτερος γέγονεν ἐκέλευσε γὰρ αὐτὸν εἰπεῖν τὸ πρεσβύτατον καὶ τὸ κάλλιστον καὶ τὸ μέγιστον καὶ τὸ σοφώτατον καὶ τὸ κοινότατον, καὶ ναὶ μὰ Δία πρὸς τούτοις τὸ ὠφελιμώτατον, καὶ τὸ βλαβερώτατον καὶ τὸ ἰσχυρότατον καὶ τὸ ῥᾷστον ἆρ οὖν ἀπεκρίνατο καὶ διέλυσε τούτων ἕκαστον· (Plutarch, Septem sapientium convivium, chapter, section 8 1:1)

    (플루타르코스, Septem sapientium convivium, chapter, section 8 1:1)

  • τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ἐχώσθησαν ὑπὸ τῶν τὰς διώρυχας ὀρυξάντων ἐπὶ Σεσώστριος βασιλέος, δεύτερα δὲ ἐπὶ τοῦ Αἰθίοπος καὶ κάρτα ὑψηλαὶ ἐγένοντο. (Herodotus, The Histories, book 2, chapter 137 5:1)

    (헤로도토스, The Histories, book 2, chapter 137 5:1)

  • τέλος δὲ τῆς ἀπαλλαγῆς τοῦ Αἰθίοπος ὧδε ἔλεγον γενέσθαι: (Herodotus, The Histories, book 2, chapter 139 2:1)

    (헤로도토스, The Histories, book 2, chapter 139 2:1)

  • ὅκως γάρ οἱ φοιτᾶν σῖτον ἄγοντας Αἰγυπτίων, ὡς ἑκάστοισι προστετάχθαι, σιγῇ τοῦ Αἰθίοπος, ἐς τὴν δωρεὴν κελεύειν σφέας καὶ σποδὸν κομίζειν. (Herodotus, The Histories, book 2, chapter 140 2:2)

    (헤로도토스, The Histories, book 2, chapter 140 2:2)

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION